Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ταξιδιωτικά-περιηγητικά στα ίχνη της Ελένης/Αγιαλένης: Λακωνία-2 (Laconia, Greece, Ethnographic Diary 2002 -part 2)


Ελένη Ψυχογιού 

Εθνογραφικό ημερολόγιο επιτόπιας έρευνας στο Νομό Λακωνίας  (συνέχεια αρ. 2) 

   12-30 Αυγούστου 2002

(συνέχεια από το  πρώτο μέρος της ερευνητικής  περιήγησης στη Λακωνία,  στο:http://fiestaperpetua.blogspot.gr/2015/08/traveling-on-th-marks-of-helensthelen.html



Προλεγόμενα 
(επαναλαμβανόμενα και στις άλλες σχετικές αναρτήσεις στον ιστότοπο, ως απαραίτητα  για όσους μπαίνουν για πρώτη φορά στις περιηγήσεις "στα ίχνη της Ελένης/Αγιαλένης")

Καθώς η έρευνά μου για την Ελένη-Αγιαλένη κρατάει πάνω από είκοσι χρόνια τώρα ―και συνεχίζεται― είναι πλέον πολλά τα επιμέρους δημοσιεύματά μου σχετικά με αυτήν, είτε ως επιστημονικά άρθρα και δοκίμια, είτε ως περιηγητικά, εθνογραφικά ημερολόγια της επιτόπιας έρευνας. Αναρωτιέμαι λοιπόν (όπως ίσως και οι τυχόν αναγνώστες της δουλειάς μου) μήπως κινδυνεύω να αποκτήσω (ή και μην έχω ήδη αποκτήσει) κάποια μονομανία ή και ιδεοληψία σχετικά με αυτό το ερευνητικό ζήτημα. Αρχίζοντας όμως στις αρχές της δεκαετίας του 1990 να συγκροτώ αυτή την ερευνητική υπόθεση, δεν  φανταζόμουν το πόσο εκτεταμένη θα προέκυπτε, ούτε ως προς την τοπική έκταση, ούτε ως προς το χρόνο (τόσο ως προς τη διάρκεια της έρευνας όσο και ως προς το χρονικό βάθος των δεδομένων στη διαχρονία),  ούτε ως προς την πολιτισμική ευρύτητα και ποικιλία των εθνογραφικών και των γραπτών ευρημάτων που οδηγούν τα βήματά μου. Δεδομένης δε και της  ολισθηρότητας της ερμηνείας των μυθικών και των συμβολικών θεμάτων, ιδιαίτερα όταν άπτεται της σχέσης τους με τη διαχρονική διάρκεια των πολιτισμικών φαινομένων, γίνεται ιδιαίτερα δυσχερής η τεκμηρίωση της ερευνητικής υπόθεσης. Για να μπορεί λοιπόν να δομηθεί και να γίνει τεκμαρτή η ερευνητική μου υπόθεση, χρειάζεται το «δείγμα» του φαινόμενου Ελένη/Αγιαλένη να είναι όχι μόνον επαναλαμβανόμενο και εκτεταμένο αλλά και να αφορά τις  πολλές όψεις και πτυχές του, δηλαδή τα χωροταξικά, τοπωνυμικά, ιστορικά, αρχαιολογικά, συμβολικά, μυθικά, αφηγηματικά, συναισθηματικά, παραγωγικά και άλλα ευρήματα που εκτιμώ ότι το δομούν ως τέτοιο.
 Μέσα από αυτό το πρίσμα, η  έρευνα για την Ελένη/Αγιαλένη έχει καταστεί για μένα μια μακροχρόνια, συναρπαστική περιηγητική και πατριδογνωστική περιπέτεια γεμάτη εκπλήξεις, «θαύματα» και κινδύνους και ταυτόχρονα ένα είδος εθνογραφικού θρίλερ, μια παρακινδυνευμένη όσο και γοητευτική/γητευτική περιπλάνηση στον τόπο, στο χρόνο, στην προφορική παράδοση,  στους μύθους και στα σύμβολα, στα παραδοσιακά τραγούδια, στις τελετουργίες, στις παραγωγικές διαδικασίες, στις κοινωνικές συνθήκες στις κοινότητες που επισκέπτομαι. Κατόπιν αυτών, επιλέγοντας από το πολυποίκιλο υλικό της έρευνας δημοσιεύω τα επιμέρους σχετικά άρθρα και κείμενα (έντυπα αλλά κυρίως ηλεκτρονικά πλέον, υποκύπτοντας στις σειρήνες της μπλογκόσφαιρας) παράλληλα με την εθνογραφική επιτόπια όσο και τη βιβλιογραφική έρευνά μου, επιδιώκοντας να  συγκροτώ  συντωχρόνω την ερευνητική μου υπόθεση και να επιχειρώ σταδιακά την «ανάγνωση» και ερμηνεία των συμβολικών, μυθικών και τελετουργικών ευρημάτων (διασταυρώνοντας τεκμηριωτικά ή αναιρώντας), συνδυαστικά και με τα διαφορετικά πολιτισμικά πεδία που εκτιμώ ότι την αφορούν ―με τις αλλαγές και τις μεταμφιέσεις της μορφής και του μύθου της στη διαχρονία μέσα στις εκάστοτε ιστορικές, θρησκευτικές και κοινωνικές συνθήκες― θέτοντας, κατά την κρίση μου,  νέα ερωτήματα.  Οι επιμέρους αυτές δημοσιεύσεις με εμμονή στην Ελένη/Αγιαλένη αποσκοπούν λοιπόν στο  να αναδεικνύω και να μοιράζομαι τις ποικίλες επιμέρους πτυχές της εκτεταμένης τοπικά και χρονικά αυτής έρευνας και μακρόχρονης εμπειρίας, εφόσον είναι και δύσκολη η ―ευκταία, πλην ανέφικτη μάλλον― συνολική τους δημοσίευση. Επιμένω λοιπόν κατά τις δυνάμεις μου, εφόσον εκτιμώ  (όσο αυτό  είναι αντικειμενικά δυνατόν, κυρίως από τον αριθμό  των βιβλιογραφικών αναφορών σε αυτά όσο και από τις επισκέψεις στις ηλεκτρονικές μηχανές αναζήτησης), ότι τα εν λόγω δημοσιεύματα, προς το παρόν τουλάχιστον, προκαλούν κάποιο ενδιαφέρον.
Η συγκεκριμένη επιτόπια έρευνα «στα ίχνη της Ελένης/Αγιαλένης» έχει την ιδιομορφία να γίνεται όχι με την κλασική έννοια της έρευνας πεδίου με την παραμονή του ερευνητή σε ένα συγκεκριμένο τόπο ―όπως ήταν και οι δικές μου άλλωστε, πριν μπω στα ίχνη της Ελένης/Αγιαλένης―  αλλά είναι έρευνα περιπλάνησης, ταξιδιού από τόπο σε τόπο με συγκεκριμένο θέμα. Ωστόσο στα ημερολόγια πέρα από την εξέλιξη της συγκεκριμένης έρευνας και τον τρόπο που συγκροτείται βήμα-βήμα η ερευνητική μου υπόθεση για την Ελένη/Αγιαλένη και τη σχέση της με την Μητερα-γη, όσο και τις εθνογραφικές πληροφορίες που περιέχονται στα  ημερολόγια,  αναδεικνύεται  και για τους μη ειδικούς ένα πλήθος άλλων πληροφοριών. Όσο κι αν ενίοτε είναι κουραστική η λεπτομερής εξιστόρηση, μέσα από αυτήν αναδεικνύεται η δουλειά του ερευνητή (μεροληπτικά ως ένα βαθμό, μέσα από την οπτική και την κρίση του), οι ερευνητικοί στόχοι,  οι τρόποι που επιλέγει να τους διαχειριστεί και να τους πραγματώσει  στο πεδίο, το ερευνητικό ήθος του, οι σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ ερευνητή και συνομιλητών, ο επιτυχημένος ή μη χειρισμός καταστάσεων, οι δυσκολίες, οι περιπέτειες, οι επιτυχίες και τα λάθη του, τέλος κάποιες όψεις της κοινωνικής καθημερινότητας και της όποιας πολιτικής και ιστορικής συγκυρίας, όσο διαρκεί χρονικά  η, έστω σύντομη, επίσκεψη σε κάθε τόπο.

 Έχω ήδη αναρτήσει αρκετά από τα ταξιδιωτικά-ερευνητικά κείμενα από την επιτόπια έρευνά μου «στα ίχνη της Ελένης/Αγιαλένης» και στις δύο ιστοσελίδες μου, την fiestaperpetua.blogspotcom και την psychogiou.blogspot.com. Ακολουθώντας λοιπόν και πάλι τα επιτόπια, υλικά και άυλα ίχνη της Ελένης/Αγιαλένης, ως συμβολική όψη της γης, της Μεγάλης Μητέρας, οδηγήθηκα  κατά τον Αύγουστο του 2002 και στο νομό Λακωνίας, πραγματοποιώντας εντεταλμένη από την Ακαδημία Αθηνών επιτόπια εθνογραφική έρευνα.  Η έρευνα για τα ίχνη της Ελένης στο συγκεκριμένο νομό ήταν πολύ σημαντική για την ερευνητική μου υπόθεση, καθώς στη Λακωνία εντοπίζεται ο αρχαίος γενέθλιος ―και όχι μόνο― μύθος αλλά και η λατρεία της Ελένης ως θεάς. 
(Το συγκεκριμένο κομμάτι της περιήγησης γίνεται μαζί με την εργαζόμενη  τότε στο ΚΕΕΛ Αγγελική Σαλάπα)






Χάρτης 


Χάρτης κεντρικού και δυτικού τμήματος του νομού Λακωνίας, στα σύνορα με τη Μεσσηνία. Πάνω  και αριστερά της Σπάρτης τα χωριά της περιήγησης

Πέμπτη, 15/8/2002


Γεράκι
Στη διασταύρωση του δρόμου για τη Σπάρτη, εμείς στρίψαμε αριστερά , προς το Γεράκι, την τέως πρωτεύουσα των Γερονθρών. Δεν είχα άλλη πληροφορία παρά μόνο για εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης εδώ αλλά δεν γινόταν να το παρακάμψω έτσι κι αλλιώς, καθώς είναι περίφημο κέντρο βυζαντινής και μεταβυζαντινής αρχιτεκτονικής και τέχνης με τις εκκλησιές και το κάστρο του. Φτάσαμε κατά τη 1.30 μ.μ.  και σταματήσαμε στην  έρημη πλατεία του χωριού. Η ερημιά αυτή με εξέπληξε γιατί γνώριζα ότι έχει ενοριακό ναό αφιερωμένο στην Κοίμηση, οπότε θα έπρεπε να γιορτάζει και να έχει κόσμο και κάποια πανηγυρική ατμόσφαιρα, λόγω και της μεγάλης γιορτής, «της Λαμπρής του καλοκαιριού», ούτως ή άλλως.  Μετά σκέφτηκα ότι αυτή ήταν η ώρα που (όσοι τυχόν δεν έχουν πάει στην Έλωνα) είναι όλοι συγκεντρωμένοι στα σπίτια τους για το γιορτινό οικογενειακό τραπέζι . Και οι ελάχιστοι που ήταν ακόμα, ντυμένοι γιορτινά, καθισμένοι στην πλατεία, βλέπαμε να σηκώνονται σιγά-σιγά και να φεύγουν, ανταλλάσσοντας θορυβωδώς ευχές για τη γιορτινή  ημέρα και για την καλή όρεξη.  
Το θέαμα με μελαγχόλησε λιγάκι, καθώς αναλογίστηκα πόσα χρόνια έχω να περάσω με την οικογένειά μου τη γιορτή της Κοίμησης,  λόγω της επιτόπιας έρευνας… Όμως παρηγορήθηκα κάπως από το γεγονός ότι εφέτος τουλάχιστον δεν ήμουν ολομόναχη τέτοια μέρα, όπως άλλα χρόνια να τριγυρίζω σε βουνήσιες μονές και σε χωριά  «ερευνητής σε πανηγύρι, μόνος»,  είχα τουλάχιστον   την καλή  συντροφιά της Αγγελικής.
Ο κυρ-Σωτήρης, ο οδοντίατρος από τη Σπάρτη που μας είχε τόσο βοηθήσει στην Έλωνα, μας είχε δώσει και το τηλέφωνο του κουνιάδου του, που ήταν φύλακας της αρχαιολογικής υπηρεσίας για τις επισκέψιμες βυζαντινές εκκλησίες στο Γεράκι. Αφού τον είχαμε ειδοποιήσει και τηλεφωνικά, τον προλάβαμε στο καφενείο καθώς ετοιμαζόταν και αυτός να πάει στο σπίτι του για φαγητό και για μεσημεριανό ύπνο.  Εμείς, άκαρδες,  δεν είχαμε άλλη επιλογή από το να τον παρακαλέσουμε να μας ανοίξει τις εκκλησίες, γιατί αλλιώς θα φεύγαμε χωρίς να τις δούμε. Εκείνος, είτε γιατί ήρθαμε συστημένες από τον άντρα της αδελφής του, είτε γιατί κανονικά οι εκκλησίες δεν έπρεπε να είναι ήδη κλειστές, με κάπως βαριά καρδιά στην αρχή, δέχτηκε να μας ανοίξει τις εκκλησίες και καθώς όσο περνούσε η ώρα φαινόταν να μας συμπαθεί και να μας ξεναγήσει σε αυτές. Με ζήλο και υπομονή, μέσ’ στο καταμεσήμερο, προπορευόταν εκείνος με το μηχανάκι του από εκκλησιά σε εκκλησιά και εμείς τον ακολουθούσαμε  με το αυτοκίνητο (το οποίο είχε εντωμεταξύ αρχίσει να κάνει πάλι κάτι θορύβους που με ανησυχούσαν πολύ).

 
Λακωνία, Γεράκι, 15/8/2002. Βυζαντινός ναός αγίου Σώζοντος, δυτική όψη

Ανάμεσα σε όλες που επισκεφθήκαμε, στην εκκλησία του άη-Γιάννη του   Χρυσόστομου με περίμενε όχι μόνο μια εξαιρετική βυζαντινή τοιχογραφία των ισαποστόλων αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης με το σταυρό ανάμεσά τους ιστορημένη πάνω στο δυτικό τοίχο, αλλά και οι ως «δίδυμοι» καβαλάρηδες άη-Γιώργης και άη-Δημήτρης ιστορημένοι σε φυσικό σχεδόν μέγεθος,  μέσα σε δύο επίτοιχες, αβαθείς  καμάρες μέσα στο βόρειο και στο νότιο τοίχο, αντίστοιχα.


 Λακωνία, Γεράκι, 15/8/2002. Βυζαντινός ναός αγίου Ιωάννη Θεολόγου, ΝΑ όψη


     Λακωνία, Γεράκι, 15/8/2002. Βυζαντινός  ναός αγ. Ιωάννη θεολόγου, εσωτερικό, ΒΔ γωνία. Στο βάθος η τοιχογραφία των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και δεξιά ο καβαλάρης άη-Γιώργης.

 


Λακωνία, Γεράκι, 15/8/2002. Βυζαντινός  ναός αγ. Ιωάννη θεολόγου, δυτικός τοίχος. Πάνω  η τοιχογραφία των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και κάτω λεπτομέρεια με την μορφή της αγίας Ελένης.


Δεν μπορώ να γνωρίζω με βάση ποιο λατρευτικό κώδικα ιστορήθηκαν έτσι ακριβώς αυτές οι άγιες μορφές εδώ, αλλά επειδή εγώ τις είχα ξαναδεί σε αυτό το συσχετισμό επανειλημμένα, για μένα ο συνδυασμός αυτών των εικόνων αποτελεί πολιτισμική και λατρευτική μνήμη που, μη συνειδητά, αποδίδει τιμή όχι μόνο στη βυζαντινή, αυτοκρατορική μητέρα  Ελένη αλλά  και στην άλλη, τη «δική μου» Μητέρα-Γη  «Αγιαλένη» σε συνδυασμό με τους Διόσκουρους και μάλιστα εδώ στη Λακωνία[1].


 Λακωνία, Γεράκι 15/8/2002. Βυζαντινός  ναός αγ. Ιωάννη θεολόγου. Μετάλλιο με το μπούστο της αγίας Ελένης στο βόρειο τοίχο

Εκτός από αυτές τις μεγάλες τοιχογραφίες, σε μια σειρά «μεταλλίων» με πρόσωπα αγίων που διατρέχει ως ζωφόρος το πάνω μέρος των τοίχων κάτω από την καμαρωτή οροφή, ξεχώρισα μια πανέμορφη εικόνα με το «μπούστο» της βυζαντινής Αυγούστας και αγίας  Ελένης  μέσα σε κύκλο, να κρατάει μια γυάλινη σφαίρα στο αριστερό της χέρι. Στενοχωριόμουν που είχα πολύ περιορισμένο αριθμό φωτογραφιών στο τελευταίο φιλμ που είχα στη μηχανή από όσα είχα πάρει μαζί μου, μετά από τόσα που είχα τραβήξει στην Έλωνα, για να έβγαζα αν ήταν δυνατόν, όλες τις υπέροχες αυτές τοιχογραφίες.
Δεν είχαμε βέβαια την αξίωση να μας ανεβάσει ο πεινασμένος  ξεναγός μας και πάνω στο κάστρο του Γερακιού, καθώς υποθέταμε μάλιστα ότι τον περίμενε και η οικογένειά του για φαγητό.   Όταν τελειώσαμε με τις εκκλησίες στο χωριό λοιπόν, τον ευχαριστήσαμε θερμά και τον αποχαιρετίσαμε, αφού πρώτα τον ρωτήσαμε σχετικά με την ενοριακή εκκλησία της Παναγίας, όπου είχα πληροφορία για εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Μας πληροφόρησε ότι επισκεύαζαν τη σκεπή της και ότι ήταν κλειστή εκείνο τον καιρό, ενώ ο παπάς απουσίαζε.
Καθώς πλησίαζε τρεις η ώρα και πεινούσαμε και εμείς, ρωτήσαμε σε ένα καφενείο-ψησταριά  στην πλατεία αν μπορούσαμε να φάμε κάτι. Μας έψησε σουβλάκια και τα φάγαμε με πατάτες τηγανητές και ντοματοσαλάτα. Δεν ήταν και ό,τι καλύτερο για φαγητό ανήμερα το 15Αύγουστο, όταν μάλιστα σκεφτόμασταν τι λαχταριστά ψητά και κοκορο-μακαρονάδες έτρωγαν ίσως στα οικογενειακά τραπέζια αλλά είπαμε πάλι καλά που τα βρήκαμε και αυτά μεσημεριάτικα, τέτοια μέρα. Θέλοντας μάλιστα να καθυστερήσουμε εκεί για να περάσει το μεσημέρι, καθώς δεν υπήρχε περίπτωση να βρούμε άνθρωπο να κυκλοφορεί σε κανένα από τα επόμενα χωριά πριν τις πέντε το απόγευμα, πιάσαμε κουβέντα για τα όσα είχαμε ζήσει στην Έλωνα, ανταλλάσσοντας εντυπώσεις και σχόλια. Κάποιοι νεαροί εμφανίστηκαν ωστόσο κάποια στιγμή και στρογγυλοκάθισαν στο καφενείο. Άρχισαν να γλυκοκοιτάνε την Αγγελική και μας έπιασαν κουβέντα. Τελικά μας ζητούσαν φορτικά να πάμε μαζί τους για καφέ στον Κοσμά –αφού κατάλαβαν πως ήμασταν «πακέτο»– όπου θα πήγαιναν οι ίδιοι. Τους εξηγήσαμε ότι μόλις είχαμε επιστρέψει από εκεί και ότι δεν υπήρχε περίπτωση να ξαναπάμε. Μετά από επιμονή, το πήραν τελικά απόφαση και έφυγαν, αφήνοντάς μας ωστόσο ανοιχτή την πρόσκληση, αν μετανιώσουμε αργότερα, να πάμε να τους βρούμε. Η σκηνή αυτή μου έδειξε πόσο κοντά θεωρούν στην περιοχή τον  Κοσμά και πόσο «Λακωνικός» φαίνεται να είναι, κάτι που  δικαιολόγησε και την αρχική υπόθεσή μου για την ερημιά στο χωριό, ότι δηλαδή θα έλειπαν αρκετοί στην Έλωνα και στον Κοσμά. Παραγγείλαμε ωστόσο και εμείς γελώντας με το επεισόδιο (εγώ πείραζα την Αγγελική, λέγοντας «μαζί με το βασιλικό ποτίζεται κι η γλάστρα», επειδή τα παλικάρια με περιέλαβαν και εμένα στην πρόσκληση για καφέ) δύο παγωμένους φραπέ καφέδες και τους ήπιαμε εκεί, να συνέλθουμε. Έκανε πολλή ζέστη και ήμασταν πολύ ταλαιπωρημένες και νυσταγμένες, οπότε μας αναζωογόνησαν. Καθώς όμως, παρά τον καφέ, εξακολουθούσα να είμαι πολύ ταλαιπωρημένη για να ανεβώ στο κάστρο με τόση ζέστη, ενώ είχαμε και αρκετά χιλιόμετρα ακόμα να διανύσουμε, αποφάσισα να εγκαταλείψω την ιδέα να το επισκεφθούμε και να αρκεστώ σε όσα σχετικά θα εύρισκα μετά στη βιβλιογραφία.
 
Καρίτσα
Γύρω στις 4.30 μ.μ. λοιπόν σηκωθήκαμε σιγά-σιγά και φύγαμε με κατεύθυνση προς το χωριό Καρίτσα, όπου και φτάσαμε λίγο πριν  τις 5 μ.μ.  Είναι το πλέον μακρινό από τη Σπάρτη χωριό σε εκείνο το δρομολόγιό μας  στα ΒΑ του νομού Λακωνίας, και άρχισα από αυτό ώστε να επισκεφθούμε τα υπόλοιπα χωριά στο γυρισμό μας. Καθώς πλησιάζαμε ανηφορίζοντας στον Πάρνωνα, είδαμε το χωριό φωλιασμένο αμφιθεατρικά στην πλαγιά με σπίτια παλιά, πετρόχτιστα. Στο πάνω μέρος του χωριού πρόβαλε μια εκκλησία και υπέθετα πως θα  ήταν αυτή που ερχόμουν εδώ να αναζητήσω, δηλαδή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.


  Λακωνία, Καρίτσα, 15/8/2002. Άποψη του χωριού με το εκκλησάκι του «Αγιοκωσταντίνου» στηνκορυφή (όπου το βέλος)

Μια που ο κυρ-Σωτήρης μας είχε πληροφορήσει ότι ο «Αγιοκωσταντίνος» ήταν κοιμητηριακός, δηλαδή εκκλησία του νεκροταφείου, είπα να πάμε εκεί κατευθείαν να «ξεπεζέψουμε» μια που κατά κανόνα αυτές οι εκκλησίες δεν κλειδώνονται, οπότε, αν ήμασταν τυχερές,  δεν θα χρειαζόταν να ψάχνουμε, μάταια μάλλον, παπά ή επίτροπο τέτοια μέρα και ώρα.
Και ναι μεν από μακριά η εκκλησία φαινόταν να προεξέχει στην κορυφή του χωριού, όταν όμως πλησιάσαμε χάθηκε από τα μάτια μας οπότε πήρα ένα δρόμο που υπολόγισα ότι θα οδηγούσε εκεί. Δυστυχώς το δρομάκι  που ακολούθησα ήταν πολύ στενό, πετρώδες και κακοτράχαλο, με κάθετη σχεδόν ανηφόρα προς το τέλος του -που έκανε το οτομπιάνκι να τρέμει και να μουγκρίζει- και που εν τέλει  μας έβγαλε …στην περιτοιχισμένη αυλή ενός σπιτιού!  Πισωγυρίσαμε με μύριες μανούβρες, χωρίς να ενοχλήσουμε κανέναν, όπως φάνηκε, και αφού περιπλανηθήκαμε αρκετά στα δρομάκια του χωριού, βγήκαμε εν τέλει στην πλατεία, όπου  και η πετροχτισμένη, ενοριακή  εκκλησία.
Με το που τράβηξα το χειρόφρενο σταματώντας, το αυτοκίνητο άρχισε πάλι να σφυρίζει σαν ατμομηχανή και να βγάζει ατμούς… Βγήκαμε γρήγορα έξω, άνοιξα το καπό και είδα το ψυγείο να βράζει αχνίζοντας και ένα λαστιχένιο σωλήνα πλάι του όρθιο, να βγάζει ατμό, σφυρίζοντας. «Τώρα, μάλιστα!», είπα της Αγγελικής, «μας βλέπω να περνάμε εδώ τη νύχτα, μη σου πω και ότι ως εδώ ήταν η επιτόπια έρευνά μου, το αυτοκίνητο μας αποχαιρέτησε!». Γύρω ψυχή. Είχα δυο μπουκάλια νερό στο πίσω κάθισμα και τα άδειασα στο ψυγείο να κρυώσει, γιατί έτσι μου φάνηκε λογικό να κάνω. Με το που έπεφτε το νερό στο ψυγείο, εξατμιζόταν, τόσο ζεστό ήταν. Τότε σκέφτηκα (ο μηχανικός!) πως αν δεν είχε πεταχτεί ο λαστιχένιος σωλήνας που έβλεπα τώρα ότι πρέπει να συνέδεε το ψυγείο με το τεπόζιτο του νερού, ίσως το ψυγείο να είχε εκραγεί. Τέλος πάντων, σιγά-σιγά ο ατμός καταλάγιασε. «Τώρα τι να τον κάνουμε αυτό το σωλήνα;»  ρώτησα την Αγγελική. «Τίποτα», μου απάντησε, «να τον αφήσουμε όπως είναι, γιατί μου φαίνεται ότι και χθες τον είχα δει σε αυτή τη θέση, έτσι πρέπει να είναι». «Τι λες βρε Αγγελική», της είπα γελώντας, «δεν το νομίζω» (ο μηχανικός!). Πέρασα λοιπόν την ελεύθερη άκρη του σε ένα μεταλλικό σωληνάκι που προεξείχε από τη βάση του κουπώματος του ψυγείου, όπου έμπαινε με δυσκολία αλλά που τελικά ταίριαξε. Στην πλατεία εξακολουθούσε να επικρατεί ερημιά. Άφησα το καπό ανοιχτό να κρυώνει η μηχανή και κατευθυνθήκαμε στη σκιά ενός δέντρου να μη μας καίει ο ήλιος, ψιλο-απελπισμένες χωρίς όμως να χάνουμε το κουράγιο και το χιούμορ μας. Η κατάστασή μας ήταν κάπως ιλαρή και με δυσκολία κρατούσαμε τα γέλια μας.
Κάποια στιγμή εμφανίστηκε ένας άντρας να διασχίζει βαριεστημένα την πλατεία, γυμνός από τη μέση και επάνω, φορώντας ένα κοντό παντελόνι. Αναθαρρήσαμε, σαν τους ναυαγούς που βλέπουν πανί στο πέλαγος. Του είπαμε το πρόβλημά μας και πλησιάσαμε το αυτοκίνητο. Ο άνθρωπος, αφού έριξε πρόθυμα μια ματιά μας είπε ότι δεν ήξερε από μηχανές (ενώ εγώ!..) και δεν μπορούσε να κάνει κάτι.  Γνώριζε όμως ποιος είχε τα περιπόθητα κλειδιά της εκκλησίας, όταν τον ρώτησα, και ότι θα μας τον έστελνε.
Εγώ -απτόητη μηχανικός αυτοκινήτων- στην απελπισία τού να μην λειτουργήσει το αυτοκίνητο, «να δεις που έχει πρόβλημα ο ανεμιστήρας και πάλι», είπα στην Αγγελική και άρχισα να σκαλίζω τις ασφάλειες, πως είχα δει την προηγούμενη ημέρα να κάνει ο παπάς (!) μπαζο-βγάζοντάς  τες στη θέση τους, μήπως δεν έκαναν καλή επαφή.  Έφτασε ωστόσο ο εξυπηρετικός εκκλησιαστικός επίτροπος με τα κλειδιά και ανηφορίσαμε πεζή προς το νεκροταφείο, να δούμε τον «Αγιοκωσταντίνο».
    




 Λακωνία, Καρίτσα, 15/8/2002. Πάνω,  κοιμητηριακός (και πρώην ενοριακός) ναός του αγίου Κωνσταντίνου [και Ελένης], εσωτερικό. Κάτω: η αφιερωματική εικόνα των αγίων στο τέμπλο

 Ο επίτροπος  (Αντώνης Κατσάμπης, πρώην αγροφύλακας) μας πληροφόρησε  πως πριν χτιστεί η νεότερη ενοριακή εκκλησία του χωριού, αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό, ο «Αγιοκωσταντίνος»  ήταν από το 1881 που χτίστηκε,  η ενοριακή και ταυτόχρονα κοιμητηριακή εκκλησία του χωριού.  Ήταν ευγενέστατος και λαλίστατος πληροφορητής, λόγω δε και του ότι ήταν πρώην αγροφύλακας, γνώριζε καλά την περιοχή και μας έδινε πρόθυμα πληροφορίες.  Το εσωτερικό της εκκλησίας απέριττο  και περιποιημένο, με τις αναμενόμενες εικόνες. Καθώς ήταν πρώην και ενοριακός, δεν  είχε την πληθώρα των εικόνων των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης που συναντώ  συνήθως στα ξωκλήσια τα αφιερωμένα σε αυτούς.
 Φωτογράφισα  και κατηφορίσαμε συνομιλώντας προς το κέντρο του χωριού. Φτάνοντας στην πετρόχτιστη βρύση του χωριού, σταματήσαμε να πιούμε από το τρεχούμενο νερό της και να ξαναγεμίσω το ένα από τα δύο πλαστικά μπουκάλια νερού που είχα αδειάσει στο ψυγείο του αυτοκινήτου και το κουβαλούσα μαζί μου.  Τότε ανακάλυψα ότι είχα ξεχάσει το ψάθινο καπέλο μου πάνω στον «Αγιοκωσταντίνο» και η Αγγελική, παρά τις αντιρρήσεις μου, «πετάχτηκε» σβέλτη να πάει να το φέρει.


 Λακωνία, Καρίτσα 15/8/2002. Η δεξαμενή νερού

Λίγο πιο κάτω από αυτή τη βρύση υπάρχει ένα είδος ανοιχτής δεξαμενής στην οποία διοχετεύεται υπόγεια το τρεχούμενο νερό της βρύσης. Ένας άντρας όρθιος πάνω στο πεζούλι της δεξαμενής αντλούσε νερό με έναν κουβά δεμένο σε σχοινί και γέμιζε με αυτόν κάτι πλαστικά βαρέλια πάνω στην καρότσα ενός αγροτικού αυτοκινήτου. Ο κυρ-Αντώνης με πληροφόρησε ότι το χωριό είναι από τα ελάχιστα που απομένουν χωρίς κεντρική παροχή νερού μέσα στα σπίτια και ότι όλοι οι κάτοικοι, καθώς και τα ζώα τους,  υδρευόντουσαν από αυτή τη μοναδική βρύση, οπότε ο άνδρας μάζευε νερό στα βαρέλια από τη δεξαμενή για να ποτίσει τα ζώα του. Γέμισα και εγώ το μπουκάλι μου νερό από έναν από τους πέτρινους κορίτους της βρύσης και κατευθυνθήκαμε προς τον ενοριακό ναό του Ευαγγελισμού.





Λακωνία, Καρίτσα 15/8/2002. πάνω και κάτω:  Ο ενοριακός ναός του Ευαγγελισμού, εξωτερικό και εσωτερικό

Πέτρινη η εκκλησία, είναι χτισμένη και με τις συνεισφορές των απόδημων Καριτσιωτών, κυρίως στις ΗΠΑ. Περιποιημένη και στο εσωτερικό, έχει λίθινο σκαλιστό τέμπλο από ντόπια γκρίζα πέτρα, όπως με πληροφόρησε με μεγάλο καμάρι ο κυρ-Αντώνης. Η εικονική παρουσία των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης είναι έντονη στο ναό, προφανώς τιμώντας τη μνήμη των δύο αγίων ως πρώην πολιούχων του χωριού λόγω αφιέρωσης του πρώην ενοριακού/κοιμητηριακού ναού σε αυτούς.

 

       

 Λακωνία, Καρίτσα, 15/8/2002. Ενοριακός ναός του Ευαγγελισμού. Πάνω και κάτω:  οι εικόνες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης πάνω στο στασίδι και εικόνα των ως «δίδυμων» αγίων Αποστόλων στον τοίχο   
                                                 
Μνήμη και τιμή που ενισχύει κατά την κρίση μου τη γενικότερη τιμή προς αυτούς στη Λακωνία, απ’ ό,τι είχα ήδη διαπιστώσει. Αυτή την κρίση και τις εικονικές αναπαραστάσεις που αφορούν τους δυο αγίους ενίσχυσε όχι μόνο η μεγάλη προσκυνηματική εικόνα τους πάνω στον δυτικό κίονα του βόρειου κλίτους  σε ισότιμη αντιστοιχία με την ανάλογη εικόνα του Ευαγγελισμού, αλλά και η εικόνα των ως «δίδυμων» αγίων Αποστόλων σε σχετικά κοντινή απόσταση με αυτήν πάνω στο βόρειο τοίχο και η αντικριστή αντιστοιχία της τελευταίας με μια ακόμα εικόνα των αγίων Κ+Ε πάνω στο νότιο τοίχο.


Λακωνία, Καρίτσα 15/8/2002. Ενοριακός ναός του Ευαγγελισμού. Λεπτομέρεια από μανουάλι με αναθηματική επιγραφή.

Εμπρος από το τέμπλο, ένθεν και ένθεν της ωραίας πύλης δύο μεγάλα, μπρούτζινα μανουάλια έχουν μεταφερθεί εδώ από το εκκλησάκι του άγιου Κωνσταντίνου, όπως με πληροφόρησε ο κυρ-Αντώνης αλλά και όπως είναι γραμμένο σε επιγραφή σκαλισμένη στη βάση τους. 
Εντωμεταξύ είχε έλθει και η Αγγελική με το καπέλο μου και ο κυρ-Αντώνης, όταν τελείωσε η ξενάγησή του,  επέμενε να μας κεράσει. Μας οδήγησε σε ένα σπίτι στην ανατολική πλευρά της πλατείας, η μαντρωμένη αυλή του οποίου λειτουργεί ως υπαίθριο καφενείο αν και δεν της φαινόταν. Ο κυρ-Αντώνης μας εξήγησε ότι όταν προκύπτει πελατεία γίνεται καφενείο και  εξυπηρετείται από το ισόγειο του σπιτιού, το οποίο ωστόσο το χειμώνα λειτουργεί μόνον ως κατοικία. Ένα ράθυμο παλικάρι έβγαλε από το σπίτι ένα τραπέζι και τρεις καρέκλες και καθίσαμε στη δροσιά ενός δέντρου παραγγέλλοντας αναψυκτικά.  Το παλικάρι  έκανε πολλή ώρα να επανεμφανιστεί, μάλλον εξαιτίας κάποιας αναμετάδοσης ποδοσφαιρικού αγώνα στην τηλεόραση,  όπως την ακούγαμε να έρχεται από το εσωτερικό του σπιτιού. Όσο περιμέναμε, ο κυρ-Αντώνης  μας πληροφόρησε τα σχετικά με τα του καφενείου αλλά και σχετικά με τα προσωπικα  βάσανα του βίου του και τα παράπονά του, απαντώντας ωστόσο και στις δικές μας ερωτήσεις, που καταγράφαμε στο μαγνητόφωνο.
Ήπιαμε κάποια στιγμή τα αναψυκτικά που εδέησε να φέρει το παλικάρι, τον αποχαιρετίσαμε με θερμές ευχαριστίες  και πήγαμε στο αυτοκίνητο. Με μεγάλη λαχτάρα δοκίμασα να δω αν παίρνει εμπρός, απτόητη να συνεχίσουμε την περιήγησή μας, αν θα δούλευε.  Παραδόξως πήρε μπρος και μάλιστα δούλεψε και ο ανεμιστήρας, δικαιώνοντας φαίνεται το σκάλισμα των ασφαλειών στο οποίο είχα προβεί προηγουμένως. Δεχόμενη τα συγχαρητήρια της Αγγελικής για τις μηχανολογικές μου ικανότητες (!) και σκασμένες στα γέλια, ξεκινήσαμε ριψοκίνδυνα για το χωριό Καλλιθέα, στα ΒΔ της Καρίτσας, από το όνομα του οποίου υπέθετα ότι θα ήταν σε ψηλό σημείο με ωραία θέα, όνομα που  ίσως  να έχει αντικαταστήσει  κάποιο παλιότερο, «ξενικό», σλάβικο κατά πάσα πιθανότητα. Είχα πληροφορία ότι στο χωριό υπάρχει ξωκλήσι του αγίου Κωνσταντίνου [και Ελένης].   Οδηγώντας είχα το νου μου με ανησυχία και στο δείκτη θερμοκρασίας του αυτοκινήτου.

Καλλιθέα
Το χωριό Καλλιθέα δικαίωνε όντως το όνομά του, καθώς το βλέπαμε σκαρφαλωμένο στο μυχό μιας κοιλάδας στην καρδιά του Πάρνωνα, αρκετά μακριά από άλλα χωριά.  Παρατηρουσαμε ότι οι πλαγιές της κοιλάδας είναι ζωσμένες με παλιές πέτρινες σιταρο-πεζούλες, ακαλλιέργητες πλέον, όπως δήλωναν τα χορτάρια που θέριευαν πάνω τους. Λίγο πριν μπούμε στο χωριό συναντήσαμε ένα παιδί και το ρωτήσαμε μήπως ήξερε που ήταν το ξωκλήσι του Αγιοκωσταντίνου. Μας υπέδειξε να ακολουθήσουμε ένα ανηφορικό και πετρώδες δρομάκι λίγο πριν την είσοδο του χωριού. Στην ανηφόρα το αυτοκίνητο ζορίστηκε και έβγαζε πάλι ατμούς οπότε αναγκαστήκαμε να το εγκαταλείψουμε σε μιαν άκρη να κρυώσει με ανοιχτό το καπό και βγάζοντας το περίφημο σωληνάκι από τη θέση του. Συνεχίσαμε με τα πόδια και αντικρίσαμε το αναζητούμενο εκκλησάκι, απέριττο και ασπροβαμμένο, όπως με βεβαίωναν και τα «σημάδια του τόπου» γύρω του: σε θέση περίοπτη, πάνω στο λόφο, περιτριγυρισμένο από σιταρο-πεζούλες. Ένας νεαρός με μηχανάκι που μας είχε προσπεράσει καθώς ανεβαίναμε, ήταν εκεί και έκανε πως κάτι ψάχνει στον περιφραγμένο με συρματόπλεγμα περίβολο του ξωκλησιού. Υποψιάστηκα ότι το παιδί που είχαμε ρωτήσει είχε φαίνεται ανακοινώσει στο χωριό ότι κάποιες έψαχναν τον «Αγιοκωσταντίνο» και έστειλαν κάποιον για να μας κατασκοπεύσει.  Αφού δεν μας μίλησε, κάναμε και 'μεις τις ανήξερες, πλην ικανοποιημένες που οι κάτοικοι αγρυπνούν για αυτά τα μοναχικά  ξωκλήσια, και μπήκαμε στο εκκλησάκι που ευτυχώς ήταν ξεκλείδωτο.

        

Λακωνία, Καλλιθέα 15/8/2002. πάνω και κάτω:  το ξωκλήσι του αγίου Κωνσταντίνου [και Ελένης] στον Πάρνωνα, εξωτερική και εσωτερική όψη.

 Το ασπροβαμμένο επίσης εσωτερικό του, φτωχικό αλλά καθαρό, έχει χτιστό τέμπλο με τις βασικές δεσποτικές εικόνες (Παναγία-Χριστός-Άη-Γιάννης) και την αφιερωματική των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.  Οι τελευταίοι ωστόσο ήταν και οι μόνοι που ιστορούνται και σε άλλες εικόνες μέσα στο εκκλησάκι, ακόμα και μέσα στο ιερό, πλην μιας «σημαδιακής» πάνω στο νότιο τοίχο:  αυτή που απεικονίζει τους ως «δίδυμους» αγίους Αναργύρους!
Επιστρέφοντας στο αυτοκίνητο βρεθήκαμε εμπρός σε μια αναστάτωση που κακώς είχαμε προκαλέσει γιατί εμπόδιζε κάποιο άλλο  αγροτικό αυτοκίνητο να περάσει. Εκτός από τον οδηγό του εμποδιζόμενου αυτοκινήτου, είχαν μαζευτεί και μερικοί άλλοι και δη ομογενείς από την Αυστραλία που παραθέριζαν στο χωριό καταγωγής τους  και  καθώς βρήκαν το καπό ανοιχτό, έκαναν συμβούλιο προσπαθώντας  να καταλάβουν το πρόβλημα της μηχανής και να βοηθήσουν. Εντέλει λύθηκε πάλι προσωρινά το πρόβλημα και –απτόητες εμείς– ξεκινήσαμε για το κέντρο του χωριού, για να το δούμε και να επισκεφθούμε και την ενοριακή εκκλησία του.  Σουρούπωνε όταν φτάσαμε στην πλατεία που σκιάζεται από ένα τεράστιο πλάτανο, το φύλλωμα του οποίου την σκοτείνιαζε περισσότερο.


  Λακωνία, Καλλιθέα 15/8/2002. Ο βυζαντινός, ενοριακός ναός της Κοίμησης, δυτική όψη.

 Στο ανατολικό άκρο της πλατείας δεσπόζει η πέτρινη και ομορφοχτισμένη βυζαντινή εκκλησία της Κοίμησης, σταυροειδής βασιλική με παχύτατες εξωτερικές αντηρίδες στις δύο μακριές πλευρές της και με το καμπαναριό ενσωματωμένο στον δυτικό τοίχο, πάνω από την κύρια είσοδο. Για καλή μας τύχη είδαμε τον παπά να την ξεκλειδώνει για να επιτελέσει τον εσπερινό, όπως υποθέσαμε βάσιμα, λόγω ημέρας και ώρας. Πλησιάσαμε και ο γέροντας ιερέας, ψηλός, λεπτός, με σκαμμένο από τις ρυτίδες πρόσωπο και με μακριά λευκή γενειάδα ωσάν να είχε βγει από σελίδες της Βίβλου, μας καλωσόρισε ευγενικά και μετά τις συστάσεις  μας συνόδευσε μέσα στο ναό, πρόθυμος να μας ξεναγήσει.  Εντωμεταξύ ήλθαν και κάποιοι εκκλησιαστικοί επίτροποι από το γειτονικό καφενείο, περίεργοι για τις επισκέπτριες αλλά ευγενικοί και πρόθυμοι επίσης.




    
 Λακωνία, Καλλιθέα 15/8/2002. Ναός της Κοίμησης, Από πάνω προς τα κάτω: το ιστορημένο με τοιχογραφίες εσωτερικό και  το τέμπλο




Λακωνία, Καλλιθέα 15/8/2002. Ναός της Κοίμησης. Πάνω και κάτω:   τοιχογραφίες στην αψίδα του ιερού

 Ο παμπάλαιος ναός εσωτερικά είναι ολοζωγράφιστος, ιστορημένος  σε όλη του την επιφάνεια με υπέροχες τοιχογραφίες,  ωστόσο δυσδιάκριτες όχι μόνο λόγω  του χαμηλού φωτισμού αλλά και γιατί είναι ασυντήρητες και ξεθωριασμένες, πολλές με εμφανή ξεφλουδίσματα και άλλες φθορές. Μερικές μάλιστα, ειδικά στα ψηλότερα σημεία, είναι  εντελώς κατεστραμμένες από την υγρασία -να σου φέρνουν δάκρυα από τη θλίψη για αυτή τη φθορά και την έλλειψη συντήρησης.  Τέσσερις χοντροί χτιστοί πεσσοί, τοιχογραφημένοι επίσης,  ορίζουν εσωτερικά τις κεραίες του σταυρού στο σχήμα του οποίου είναι δομημένος ο ναός.
     




 
 Λακωνία, Καλλιθέα 15/8/2002. Ναός της Κοίμησης. Από πάνω προς τα κάτω: οι εικόνες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης με τους αγίους ιστορημένους  σε  τοιχογραφίες πάνω στους δυτικούς πεσσούς του ναού.

 Όταν οι επίτροποι άναψαν και τους τρεις κρυστάλλινους πολυέλαιους, παρατήρησα  καλύτερα τις αχνές λόγω φθοράς τοιχογραφίες και μεταξύ των άλλων είδα ιστορημένους πάνω στους δύο δυτικούς από αυτούς τους πεσσούς, χωριστά τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, αμφότερους σε μεγαλύτερο του φυσικού μέγεθος,  ανά έναν αντικριστά πάνω στην βόρεια και τη νότια, αντίστοιχα, όψη τους. Δεν ιστορούνται δηλαδή μαζί αλλά χώρια ο καθένας πάνω στον κάθε πεσσό, ωσάν να έχει κοπεί η εικόνα τους στα δύο, κάθετα. Η αγία Ελένη εικονίζεται πάνω στον πεσσό τον δεξιά στον εισερχόμενο στο ναό, ολόσωμη, επιβλητική, αυτοκρατορική, με κόκκινο ιμάτιο και στέμμα, με ώριμο, αυστηρό πρόσωπο και  κρατώντας  στο αριστερό χέρι της τον τίμιο Σταυρό, ισοϋψή με το μπόι της. Ο άγιος Κωνσταντίνος, απέναντί της, πάνω στον πεσσό τον αριστερά στον εισερχόμενο, εικονίζεται αυτοκρατορικός, με το σκήπτρο, χωρίς το Σταυρό. Έτσι που είναι ιστορημένες οι τοιχογραφίες τους, όποιος μπαίνει στο ναό από τη δυτική, κύρια είσοδο περνάει ανάμεσα από τους  δύο αγίους και Ισαπόστολους, ωσάν αυτοί να τον υποδέχονται και βεβαίως όλους τους εισερχόμενους στο ναό.
Το τέμπλο ξυλόγλυπτο, μάλλον μεταγενέστερο από το χτίσιμο του ναού, επιστέφεται με τους δύο δράκοντες και το σταυρό, με φόντο τις μουχλιασμένες, εντελώς κατεστραμμένες μαυρισμένες τοιχογραφίες ψηλά στην κόγχη της αψίδας του ιερού, εκεί όπου συνήθως ιστορείται η μορφή της Παναγίας ως «Πλατυτέρας».
Ο γέροντας ιερέας και ένας ακόμα που ήρθε εντωμεταξύ και οι επίτροποι του ενοριακού ναού της Κοίμησης ήταν απελπισμένοι για τις φθορές των τοιχογραφιών και επέρριπταν ευθύνες στην Αρχαιολογική Υπηρεσία για την εγκατάλειψή του. Ικέτευαν –ο ιερέας με δάκρυα στα μάτια–  να μεσολαβήσω ό,που μπορούσα στα υπουργεία για  να βρεθούν χρήματα για τη συντήρηση του ναού. Έδωσα υπόσχεση αλλά ταυτόχρονα χωρίς πολλές ελπίδες και τους εξήγησα ότι δεν έχω τέτοια αρμοδιότητα αλλά ότι θα κάνω ό,τι μπορώ, έχοντας κατά νου το Κέντρο βυζαντινής Αρχαιολογίας της Ακαδημίας Αθηνών.
 

 Καλλιθέα Λακωνίας 15/8/2002. Ενοριακός ναός Κοίμησης. Οι ΒΑ και ΝΑ γωνίες του ναού (σε δύο φωτ. μαζί) ένθεν και ένθεν του τέμπλου με τους αντωπούς ως «δίδυμους» καβαλάρηδες αγ. Γεώργιο (αριστερά) και αγ. Δημήτριο.

Στις δύο άκρες του τέμπλου, δηλαδή πάνω στο βόρειο και το νότιο τοίχο του ναού, νάτοι πάλι οι «ως δίδυμοι», διοσκουρικοί καβαλάρηδες άγιοι Γεώργιος και Δημήτριος, αντικριστά. Τα δύο κεντρικά θωράκια στο τέμπλο κάτω από τις δεσποτικές εικόνες είναι λίθινα με ανάγλυφες παραστάσεις κόμπων. Στο ναό υπήρχαν επίσης παμπάλαιοι κεντημένοι «επιτάφιοι» και άλλα πολύτιμα κειμήλια. ΄Ενας ακόμα ναός με έργα τέχνης και πολύτιμα κειμήλια αφημένος στην τύχη του, συλλογιζόμουν και θυμήθηκα τη νεωκόρα στην καστανιά της Μάνης τον προηγούμενο χρόνο που μάζευε με τη σκούπα και το φαράσι τα τρίμματα από την τοιχογραφία του παντοκράτορα που έπεφταν στο πάτωμα, εγκαταλειμμένα στη  φθορά. Όπως ήμασταν στο μισοσκόταδο με έπνιγε η θλίψη για όλα αυτά και με πολύ βαριά καρδιά ακολούθησα τους συνομιλητές μου έξω στον πρόναο, στη δυτική πλευρά του ναού. Παρόλο που πολιούχος του χωριού  είναι η Κοίμηση, δεν γίνεται πλέον πανηγύρι. Αποχαιρετίσαμε αυτούς τους ευγενικούς και απελπισμένους γέροντες και φύγαμε  στενοχωρημένες από την Καλλιθέα.

Άγιοι Ανάργυροι


Λακωνία, Άγιοι Ανάργυροι, 15/8/2002. Αριστερά το χωριό με την ομώνυμη εκκλησία στο κέντρο. Πάνω ο λόφος με το ξωκλήσι του αγ. Κωνσταντίνου [και Ελένης].

Κάναμε μια στάση στους Αγίους Αναργύρους και φωτογράφισα με τον τηλεφακό το εκκλησάκι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης  στην κορυφή ενός δυσπρόσιτου  λόφου στα βορειοδυτικά του χωριού γιατί μας πληροφόρησαν ότι δεν ανέβαινε αυτοκίνητο ως εκεί. Στην απλωτή καινούρια, όπως φαινόταν, πλατεία του χωριού ο σχετικά νεόχτιστος  ναός των αγίων Αναργύρων ήταν κλειστός, παρόλο ου ήταν η ώρα της λειτουργίας του εσπερινού. Καθώς η ώρα ήταν πλέον προχωρημένη και παπάς δεν φαινόταν, κοίταξα μέσα από τα τζάμια να δω μήπως υπάρχει και εικόνα ή τοιχογραφία των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο ναό, μια που είναι και «διοσκουρικός», αφιερωμένος δηλαδή στους ως δίδυμους "γιατρούς" αγίους. Δεν διέκρινα να υπάρχει τέτοια εικόνα και καθώς το αυτοκίνητο δεν είχε παρουσιάσει πάλι πρόβλημα υπερθέρμανσης, αποφάσισα να περάσουμε και από το χωριό Σκούρα που είναι  κοντά στη Σπάρτη, παρακάμπτοντας τον Βρονταμά για άλλη ημέρα.

Σκούρας
Φτάσαμε στο Σκούρα μέσα στο αρχόμενο σούρουπο και δεν κυκλοφορούσε ψυχή στους δρόμους, παρόλο που ήταν μέρα μεγάλης γιορτής. Το χωριό με ενδιέφερε ιδιαίτερα, γιατί βρίσκεται πολύ κοντά στο «Μενελάιο», τον λόφο όπου το αρχαίο ιερό του Μενέλαου και της Ελένης και ήθελα να διαπιστώσω αν υπάρχει κάποια λατρευτική μνήμη που να σχετίζεται με αυτό, αν και δεν είχα πληροφορία για ναό ή ξωκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης αλλά μόνο για μια εικόνα τους μέσα στον ενοριακό ναό.  Έξω από τον πετρόχτιστο  ναό του πολιούχου αγίου Νικολάου  συναντήσαμε έναν ιδιόρρυθμο άνδρα (κάτι σαν τον «τρελό του χωριού») που μας υπέδειξε το σπίτι του παπά.  Το βρήκαμε και φώναξα απέξω να με ακούσουν οπότε βγήκε ο παπάς και μας είπε να τον περιμένουμε στην εκκλησία, όπου μετά από λίγο ήρθε και μας την άνοιξε. Μπήκαμε στο μεγάλο ναό που είναι τρίκλιτη βασιλική με τρούλο και με πολλά νεοκλασικά στοιχεία στην εσωτερική της διακόσμηση, με έντονη «αρχαιοπρέπεια», σε αντίθεση με τις βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες των Γερονθρών  που είχαμε επισκεφθεί εκείνη την ημέρα.


 Λακωνία, Σκούρας, 15/8/2002. Ναός αγίου Νικολάου, το τέμπλο και η ωραία πύλη.

Ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε το τέμπλο, κυρίως η μνημειώδης πλαισίωση της ωραίας πύλης. Η φαρδιά αετωματική της απόληξη προεξέχει στηριζόμενη σε τέσσερις ζευγαρωτές ψευδο-μαρμάρινες κολώνες με κορινθιακά κιονόκρανα ανάμεσα στις οποίες είναι τοποθετημένες οι δεσποτικές εικόνες του χριστού και της Παναγίας και η ξυλόγλυπτη ωραία πύλη. Η αναζητούμενη από εμένα εικόνα τωναγίων Κωνσταντίνου και Ελένης είναι ιστορημένη μέσα στο ιερό, ψηλά, πάνω στο νότιο τοίχο, σε μια μεγάλη τοιχογραφία. Ρώτησα τον παπά γιατί μπήκε η εικόνα σε αυτό το σημείο και μάλιστα σε τέτοιο μέγεθος και μου απάντησε ότι έτσι την ήθελε ο δωρητής.


   Σκούρας Λακωνίας, ναός αγίου Νικολάου, 15/8/2002. Η τοιχογραφία των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης πάνω στο νότιο τοίχο του ιερού.

 Συμπλήρωσε δε ότι ο ίδιος, ο δωρητής, είχε θελήσει να ζωγραφιστούν ένθεν και ένθεν αυτής της εικόνας και οι εικόνες των καβαλάρηδων αγίων Δημητρίου και Γεωργίου, αλλά ότι αυτός, ο παπάς, δεν το δέχτηκε, γιατί αυτές οι εικόνες υπάρχουν τοιχογραφημένες και σε άλλο σημείο του ναού. Τον ρώτησα μήπως τυχόν γνώριζε γιατί ήθελε ο δωρητής να μπουν εκεί ακριβώς οι εικόνες των δύο καβαλάρηδων αγίων και μου απάντησε πως μάλλον γιατί αυτά ήταν τα ονόματα του πατέρα και του αδελφού του δωρητή. Μια ακόμα , μικρή εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης ήταν ακουμπημένη στη βάση της εικόνας του αγίου Παντελεήμονα, μέσα στον κυρίως ναό.
Φύγαμε από τον Σκούρα όταν είχε πια σουρουπώσει με κατεύθυνση τη Σπάρτη. Ο καιρός είχε βαρύνει και όταν φτάσαμε ψιλόβρεχε. Στο δωμάτιο του ξενοδοχείου πέσαμε όπως ήμασταν με τα ρούχα στα αναπαυτικά κρεβάτια, σαν πτώματα, να ισιώσουμε λίγο το κορμί μας. Ήμασταν δύο εικοσιτετράωρα σε συνεχή κίνηση, με ένα δίωρο ύπνου στο μοναστήρι της Έλωνας.  Αυτό, ακόμα και για τη νεαρή Αγγελική, ήταν εξοντωτικό, πόσο μάλλον για μένα. Κατεβήκαμε παρόλ’ αυτά και για φαγητό στο εστιατόριο του ξενοδοχείου, γιατί ήμασταν επιπλέον  νηστικές. Μετά από ένα χαλαρωτικό ντους πέσαμε ξερές για ύπνο στα χιονάτα, δροσερά σεντόνια των κρεβατιών μας. Δεν είχα κουράγιο ούτε να μιλήσω…"





[1] Πολύ περισσότερο που αργότερα, αναζητώντας  σχετικές με το Γεράκι πληροφορίες και στη βιβλιογραφία, είδα ότι ο  … Δημητροκάλλης στη μελέτη του «Εκκλησίες του κάστρου Γερακίου», στη σελ. 115 αναφέρει ότι και στην εκκλησία της «Παναγίας Ελεούσας» του κάστρου  υπάρχει η τοιχογραφία των αγίων  Κωνσταντίνου και Ελένης στο δυτικό τοίχο, ενώ από την περιγραφή του προκύπτει να είναι ιστορημένοι κοντά σε αυτήν και οι ως «δίδυμοι»καβαλάρηδες άγιοι Γεώργιος και Δημήτριος.

Παρασκευή, 16 Αυγούστου 2002

«…Είχα βάλει το ξυπνητήρι στις 7.30 π.μ., γιατί μας περίμενε και πάλι ένα μεγάλο οδοιπορικό. Μελέτησα για λίγο το χάρτη και χάραξα πορεία προς τα ΒΔ της Σπάρτης, στα χωριά που είναι στη σειρά πάνω από τη λοφώδη δυτική πλευρά της κοιλάδας του Ευρώτα, στις υπώρειες του Ταῢγετου, με τελικό προορισμό την Πελλάνα, στα βόρεια. Ετοιμάστηκα, πήρα τα απαραίτητα για την περιήγηση και κατέβηκα για πρωινό. Βγαίνοντας από το δωμάτιο, ξύπνησα και την Αγγελική λέγοντάς της πως θα την περίμενα στο εστιατόριο του ξενοδοχείου.

Μαγούλα
Πρώτος σταθμός η Μαγούλα, αφού πρώτα σταθήκαμε και σ’ ένα βενζινάδικο για να ξεπλύνουμε λίγο το αυτοκίνητο που ήταν βουτηγμένο στη λάσπη και να βάλουμε βενζίνη. Προμηθεύτηκα και μια ασφάλεια, καλού-κακού, αν και αυτή που είχε τοποθετήσει ο παπάς λειτουργούσε μια χαρά. Τα χωριά με το όνομα «Μαγούλα», όνομα που δηλώνει τοπογραφικά χαμηλό λόφο ωσάν φουσκωμένο μάγουλο, γειτονεύουν  κατά κανόνα με τοποθεσίες όπου έχουν ανασκαφεί σημαντικές αρχαίες πόλεις και ιερά (π.χ. Ελευσίνα).  Οι λόφοι αυτοί, οι «μαγούλες» συχνά υποκρύπτουν αρχαία και δη μυκηναϊκά νεκροταφεία, με λαξευτούς ή θαλαμωτούς τάφους. Δεν γνώριζα αν έχει ανασκαφεί τέτοιο νεκροταφείο ή κάτι άλλο σχετικό και σε αυτήν εδώ τη «Μαγούλα» αλλά η θέση του χωριού τόσο κοντά στη Σπάρτη όσο και στο Μυστρά, μπορεί να έκρυβε κάτι τέτοιο, ακόμα και αν δεν έχει ακόμα ανακαλυφθεί, σκεφτόμουν καθώς πλησιάζαμε.  Οπότε, με βάση πάντα την ερευνητική μου υπόθεση, η παρουσία των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και εδώ, μπορεί να είχε κάποια έμμεση, συμβολική σχέση με τις τυχόν αρχαιότητες, αν μάλιστα ήταν παλιά.  Αναζητώντας το  ναό του άγιου Κωνσταντίνου [και Ελένης], συναντήσαμε τυχαία τον παπά που είχαμε δει στο χωριό Παρόρι, ο οποίος  προθυμοποιήθηκε  να μας οδηγήσει στο εν λόγω παρεκκλήσι που είναι χτισμένο μέσα στο χωριό σχετικά πρόσφατα, τη δεκαετία του 1960, οπότε ξεθώριασε η υπόνοια για κάποια συμβολική του σχέση με αρχαιολογικά ευρήματα, παρόλο που έτσι κι αλλιώς εξακολουθούσαμε να είμαστε στην ευρύτερη  περιφέρεια της Σπάρτης και σε παραευρώτια περιοχή.



  
Λακωνία, Μαγούλα, 16/8/2002. Από πάνω προς τα κάτω: το Εικονοστάσι και το παρεκκλήσι του αγίου Κωνσταντίνου [και Ελένης], εξωτερικά και εσωτερικά.

Ένα πλουμιστό εικονοστάσι/προσκυνητάρι των δύο αγίων Κ+Ε πάνω στο δρόμο προς Καλαμάτα, μας υπέδειξε τη θέση του παρεκκλησιού. Το επισκεφθήκαμε και φωτογραφίσαμε το πολύ φροντισμένο αυτό εκκλησάκι που στέκει στο κέντρο ενός πλατώματος, πλαισιωμένο από  δέντρα. Μετά περάσαμε τη γέφυρα του Ευρώτα και προχωρώντας ανηφορικά προς τα   δυτικά από την αριστερή όχθη του ποταμού, κατευθυνθήκαμε προς το χωριό Αγία Ειρήνη, πρώην Βάρσοβα.

Αγία Ειρήνη (Βάρσοβα)
 Σε ένα επίπεδο χαμηλότερο από το δρόμο, ήταν μια παρέα ανδρών και τους ρωτήσαμε για τον ιερέα. Μας απάντησαν ότι δεν μένει στο χωριό και μας υπέδειξαν (στο περίπου) το σπίτι και το όνομα, Ειρήνη,  της νεωκόρας του ενοριακού ναού που θα μπορούσε ίσως να μας ανοίξει την εκκλησία του χωριού, αφιερωμένη στην  αγία Ειρήνη. Στο σημείο που μας υπέδειξαν δεν βρήκαμε τη νεωκόρα, οπότε έμεινε η Αγγελική στο αυτοκίνητο να προσέχει τα πράγματά μας και εγώ ανηφόρισα στο δρόμο φωνάζοντας το όνομά της, μήπως και παρουσιαστεί από κάπου. Με τα πολλά, την βρήκα. Μου είπε όμως ότι αν δεν είναι παρών ο παπάς ή κάποιος επίτροπος, δεν ανοίγει την εκκλησία για κανέναν, μετά από κάποιο επεισόδιο που είχε με Ιεχωβάδες οι οποίοι, κατά τα λεγόμενά της, της ζήτησαν να ανάψουν τα καντήλια, ενώ στην πραγματικότητα είχαν οργανώσει εκεί προσηλυτιστική συγκέντρωση. Ευτυχώς, το σπίτι του εκκλησιαστικού επίτροπου ήταν εκεί κοντά και αυτός, ένας γλυκύτατος, ευγενικός ηλικιωμένος άνδρας, δέχτηκε ευχαρίστως να με εξυπηρετήσει. Περίμενα λίγο, όπως μου ζήτησε,  να αλλάξει ρούχα και να πάρει μια αρμαθιά  κλειδιά, γιατί σκόπευε, όπως μου είπε, να μας ξεναγήσει και σε άλλους ναούς του χωριού.





Λακωνία, Αγία Ειρήνη, παρεκκλήσι αγίου Βασιλείου, 16/8/2002. Εικόνες "ως δίδυμων" αγίων στο τέμπλο και στους τοίχους. 

Μας οδήγησε πρώτα στο παρεκκλήσι του αγίου Βασιλείου. Παρόλο που το εκκλησάκι είναι αφιερωμένο στον άγιο Βασίλειο, παρατήρησα μια έντονη παρουσία κινητών εικόνων με ως «δίδυμους» αγίους, σχετικά βεβαίως με το μέγεθός του και τις υπόλοιπες εικόνες:  τους αγίους Αποστόλους, σε μια μεγάλη πάνω στο τέμπλο με σε μια ισομεγέθη των αγίων Αναργύρων πάνω στο νότιο τοίχο και μια μικρή πάνω στο περβάζι του παράθυρου στο βόρειο τοίχο, μια μεγάλη προσκυνηματική πάνω σε στασίδι της Αγίας Τριάδας,  και μια ακόμα με δύο άγνωστούς μου αγίους κάτω από τον άη-Γιάννη του τέμπλου. Τη συμβολική σημασιοδότηση ως «δίδυμων» των χριστιανικών αυτών αγίων μορφών την προσδιόρισε για μένα η παρουσία και μιας μεγάλης εικόνας των αγίων Κ+Ε, τοποθετημένης «σημαδιακά» για τη ερευνητική μου υπόθεση, κάτω από αυτή των αγίων Αποστόλων του τέμπλου (για την ερευνητική μου υπόθεση σχετικά με τις εικόνες των ως «δίδυμων» αγίων βλ. http:/)/fiestaperpetua.blogspot.gr/2014/10/icons-of-saints-constantine-and-helen_27.html).





    Λακωνία, Αγία Ειρήνη, 16/8/2002. Πάνω και κάτω: εξωτερική και εσωτερική όψη του ξωκλησιού του αγίου Νικολάου.


  
Λακωνία, Αγία Ειρήνη, 16/8/2002. Οι εικόνες των αγίων Δημητρίου και Γεωργίου τοποθετημένες ωσάν να είναι "δίδυμοι", σε τοίχο του ξωκλησιού του αγίου Νικολάου.

Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε το ξωκλήσι του αγίου Νικολάου, μέσα σε ένα λιοστάσι. ‘Όπως μας πληροφόρησε ο επίτροπος, το εκκλησάκι εκτός από τη γιορτή του αγίου στις 9 Μάη («Μαηνικόλας»), πανηγυρίζει και στη γιορτή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, στις 21 του ίδιου μήνα, είναι δηλαδή δισυπόστατος. Όντως στο εσωτερικό, πάνω στο τέμπλο εκτός από την αφιερωματική εικόνα  του αγίου Νικολάου, υπάρχει στη ΝΑ γωνία και η εικόνα των αγίων Κ+Ε, ενώ δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι «ως δίδυμοι» τοποθετημένοι άγιοι Γεώργιος και Δημήτριος, πάνω από το τέμπλο, στ’ αριστερά. Συλλογιζόμουν τη σχέση μεταξύ αγίου Νικολάου και των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, δηλαδή της Αγιαλένης, καθώς, εκτός από αυτό εδώ το εκκλησάκι, συναντώ συχνά να συσχετίζονται τοπικά ή/και συμβολικά οι φαινομενικά άσχετες  εικόνες τους  αλλά και οι ναοί τους. Πολλοί υποστηρίζουν πως ο άγιος Νικόλαος  είναι η χριστιανική εκδοχή του αρχαίου θεού Ποσειδώνα, καθώς ο άγιος έχει σχέση και με τη θάλασσα και με τη στεριά, όπως και ο αρχαίος, χθόνιος αρχικά, θεός. Από την άλλη, ο Ποσειδώνας συσχετίζεται στους αρχαίους μύθους με τη χθόνια θεά Δήμητρα, ως ο χθόνιος σύνευνος/εραστής της με τη μορφή ίππου, από τον οποίο απέκτησε και την Κόρη της Λυκόσουρας. Πόσο παρακινδυνευμένη λοιπόν και αυθαίρετη μπορεί άραγε να είναι η υπόθεση μήπως ο συνδυασμός αυτός της Αγιαλένης (αν υποθέσουμε ότι αυτή  λανθάνει  πίσω από το ιστορικό ζεύγος Κ+Ε) με τον αγ. Νικόλαο  υποκρύπτει αυτή τη μυθική/συμβολική σχέση;





   Λακωνία, Αγία Ειρήνη, 16/8/2002. Ο ενοριακός ναός της αγίας Ειρήνης, εξωτερικά και εσωτερικά.

Τελευταίο επισκεφθήκαμε τον ενοριακό ναό της αγίας Ειρήνης, στο όνομα και της οποίας έχει μετωνομαστεί το χωριό από το παλιό όνομα Βάρσοβα. Αν και ο ναός εξωτερικά έδειχνε πολύ παλιός, η διακόσμηση στο εσωτερικό του φαινόταν πρόσφατη και με εικόνες σύγχρονες, σχετικά καινούριες.  Ο επίτροπος σε ερώτησή μου για εικόνα των αγίων Κ+Ε, μας ενημέρωσε στενοχωρημένος ότι η εκκλησία είχε πιάσει σχετικά πρόσφατα φωτιά, με αποτέλεσμα να έχουν καταστραφεί το τέμπλο και πολλές από τις μεταβυζαντινές τοιχογραφίες του, ιδιαίτερα στο κατώτερο μέρος των τοίχων, οπότε ακόμα και αν υπήρχε τέτοια εικόνα, δεν έχει διασωθεί.  Τοιχογραφίες δεν έβλεπα στους φρεσκο-ασβεστωμένους τοίχους, ωστόσο δεν έλειπε και από εδώ μια εικόνα από τους ως «δίδυμους» αγίους σε εξέχουσα θέση: αριστερά, πάνω στο βόρειο τοίχο, κοντά στο τέμπλο κρέμεται μια ευμεγέθης εικόνα των καβαλάρηδων αγίων Θεοδώρων μέσα σε ανάγλυφο, τοξωτό  πλαίσιο.

Λογγάστρα
Στο επόμενο χωριό, τη Λογγάστρα, η υποψία για μια έμφαση στους ως «δίδυμους» αγίους ενισχύθηκε, καθώς ο ενοριακός ναός είναι αφιερωμένος στους αγίους Ταξιάρχες, Μιχαήλ και Γαβριήλ. Μέσα στο ναό δεσπόζει η «δίδυμη» απεικόνισή τους: σε δύο εικόνες πάνω στο τέμπλο, επίσης ανά ένας πάνω στις πλαϊνές βημόθυρες του ιερού, όσο και πάνω στις ανατολικές κολώνες του κεντρικού κλίτους. Και ναι μεν τόσες εικόνες τους δικαιολογούνται, λόγω της αφιέρωσης του ναού σε αυτούς. Όμως υπήρχαν και άλλες εικόνες ως «δίδυμων» μορφών: στη νότια πλευρά του τέμπλου: μια εικόνα των καβαλάρηδων αγίων Θεοδώρων, συν μια εικόνα της αγίας Τριάδας με το «δίδυμο» Πατέρας- Υιός, στη ΒΑ γωνία.


Λακωνία, Λογγάστρα, 16/8/2002. Ναός Ταξιαρχών


Λακωνία, Λογγάστρα, 16/8/2002. Ναός Ταξιαρχών, ΝΑ γωνία με δύο ζεύγη ως "δίδυμων" αγίων και η εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.


 Και βέβαια σε ένα ναό με τόσους ως «δίδυμους» αγίους δεν θα μπορούσε να λείπει και όντως δεν έλειπε η εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στη ΝΑ γωνία να γειτονεύει με τους ως «δίδυμους» Ταξιάρχες και με τους καβαλάρηδες αγίους Θεοδώρους, του τέμπλου. Μια μεγάλη και κυριολεκτικά «λαμπρή» εικόνα τους,  αφού το αυτοκρατορικό ζεύγος μάνας-γιου και ο σταυρός έχουν φόντο έναν υπέρλαμπρο, πλην χλωμό, σαν φεγγάρι μάλλον,  ήλιο που με τις ακτίνες του καλύπτει όλη την επιφάνεια της εικόνας.  Με βασικό στοιχείο την παρουσία αυτής της μεγάλης εικόνας των αγίων Κ+Ε και την ποικιλία των απεικονίσεων αυτών των  ιερών, ως «δίδυμων» μορφών,  θεώρησα ότι  μάλλον επιβεβαιώνεται η υποψία μου ότι εδώ συμβολικά και με λανθάνοντα, ανείπωτο τρόπο συσχετίζονται με μιαν ιερή Ελένη. Αλλιώς γιατί  άραγε πέρα από  τις  εικόνες των Ταξιαρχών να υπάρχουν τόσες απεικονίσεις ως «δίδυμων» αγίων και μάλιστα συνδυαστικά με τους αγίους Κ+Ε; Και μάλιστα στη Λακωνία,  κοιτίδα του μύθου των ωότοκων αυτών αδελφιών, της Ελένης και των Διόσκουρων; Είναι ίσως  νωρίς ακόμα για τέτοια συμπεράσματα, συλλογιζόμουν, μια που το οδοιπορικό μου στη Λακωνία μόλις άρχιζε, ωστόσο τα μέχρι τώρα «σημάδια» φαίνεται να δικαιώνουν τις προσδοκίες μου σχετικά με την πολιτισμική και λατρευτική μνήμη της Ελένης και του μύθου της στον ευρύτερο χώρο της Λακωνικής: η «Ελένη/Αγιαλένη» έχει μια ιδιαίτερα σημαίνουσα εικονικά θέση σε όλους σχεδόν τους ναούς, βυζαντινούς και μετα-βυζαντινούς, νεότερους και μοναστηριακούς, κοιμητηριακούς και ξωκλήσια, εικονοστάσια και προσκυνητάρια, συχνά σε γειτνίαση με κάποιο από τα ως «δίδυμα» ζεύγη αγίων. Άραγε τυχαία ή μόνο από χριστιανική σκοπιά;

Σουστιάνοι



Λακωνία, Σουστιάνοι, 16.8.2002. Ναός αγίου Νικολάου, ΝΑ γωνία, με μέρος του τέμπλου. Δεξιά του δεσποτικού θρόνου, διακρίνεται η εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης



Λακωνία, Σουστιάνοι, 16.8.2002. Ναός αγίου Νικολάου, βόρειος τοίχος με τις εικόνες των αγίων Δημητρίου και Γεωργίου ένθεν και ένθεν των παραθύρων




  Λακωνία, Σουστιάνοι, 16.8.2002. Ναός αγίου Νικολάου,  εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο νότιο τοίχο. 

Οι παραπάνω σκέψεις αναμοχλεύτηκαν και στο επόμενο χωριό, τους Σουστιάνους. Στον ενοριακό ναό του αγίου Νικολάου (να τος πάλι ο άγιος Νικόλαος) μια μεγάλη εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης κρεμόταν πάνω στο νότιο τοίχο, δεξιά του δεσποτικού θρόνου, ενώ απέναντί της, στο βόρειο τοίχο δύο εικόνες των καβαλάρηδων αγίων Δημητρίου και Γεωργίου, ένθεν και ένθεν των παραθύρων.  Η εικόνα των αγίων Κ+Ε, μεγάλη, ιστορημένη πάνω σε μουσαμά και με καμαρωτή απόληξη υποδήλωνε πως ίσως κάποτε να ήταν τοποθετημένη σε τέμπλο, αυτού ή άλλου ναού στο χωριό. Η αγία Ελένη με αυτοκρατορική ενδυμασία έχει προβεβλημένη θέση στ’ αριστερά του σταυρού, εκεί δηλ. όπου συνήθως απεικονίζεται ο αυτοκράτορας άγιος Κωνσταντίνος, ο οποίος εδώ φαίνεται συνομήλικος με την νεάζουσα μητέρα του.

Βορδώνια
Αφήσαμε τους Σουστιάνους και ανηφορίσαμε προς τα Βορδώνια, ένα χωριό σκορπισμένο σε 2-3 συνοικίες στην ανατολική πλαγιά του Ταῢγετου φτάνοντας ως σχεδόν κάτω στον  Ευρώτα. Εδώ σταθήκαμε τυχερές με την Αγγελική, γιατί γιατί συναντήσαμε στο δρόμο μια γυναίκα που προσφέρθηκε με προθυμία να βρει το κλειδί της εκκλησίας της Παναγίας και να μας συνοδεύσει ως εκεί.
Φτάνοντας παρατήρησα κάτι πέτρες στο λιθόστρωτο εμπρός στην είσοδο της εκκλησίας που πρόδιδαν ότι κάποιο πολύ παλιότερο, χριστιανικό ή άλλο, κτίσμα υπήρχε πριν στη θέση της, αφού η τελευταία, από το στυλ της, δεν φαινόταν παλιότερη του τέλους του 19ου αι. 
Το εσωτερικό του ναού, αφιερωμένου στα Εισόδια της Θεοτόκου ("Μεσοσπορίτισσα"),  έχει πολλά νεοκλασικά στοιχεία και αρμονικά ταιριασμένα χρώματα στους χωρίς τοιχογραφίες τοίχους.   Ήταν ωστόσο κάπως απεριποίητο και σκονισμένο, ωσάν ο ναός να μην χρησιμοποιείται τόσο συχνά ή τουλάχιστον να μη συντηρείται όσο θα ‘πρεπε. Εμένα πάντως μου ήταν ευχάριστο να βλέπω τους τοίχους αυτής της -σε νεοκλασικό στυλ- εκκλησίας γυμνούς με κάποιες κινητές μόνον εικόνες, παρά να είναι ιστορημένοι από πάνω μέχρι κάτω με αυτές τις τυποποιημένες, «βυζαντινοπρεπείς»  τοιχογραφίες, με σκληρά, ζωηρά χρώματα και τα ομοιόμορφα απεικονιζόμενα πρόσωπα που έβλεπα να έχουν μεγάλη και πρόσφατη διάδοση σε πάμπολλους ναούς, ωσάν να τις έχει ζωγραφίσει ο ίδιος ζωγράφος ή να έχουν γίνει όλες πάνω στο ίδιο «χνάρι». Έτσι ήταν σαν ένα είδος βάλσαμου για τα μάτια μου να βλέπω εδώ μια διακριτική και αρμονική γκάμα χρωμάτων να καλύπτει τους τοίχους, παρόλες τις φθορές και την κακή συντήρηση. Την αρμονία της νεοκλασικής δόμησης και των χρωμάτων μέσα στο ναό, χαλούσε μια νεότερη «διακοσμητική» παρέμβαση από λαμπιόνια σε γιρλάντα που ήταν τοποθετημένα γύρω από τις δεσποτικές εικόνες του τέμπλου, αν και εκείνη την ώρα δεν ήταν αναμμένα.



    Λακωνία, Βορδώνια 16/8/2002. Ενοριακός ναός Εισοδίων της Θεοτόκου. Το εσωτερικό του ναού. Η ΒΑ γωνία του ναού και κάτω δεξιά της φωτογραφίας η μικρή εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.

Αναζήτησα την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και είδα μόνο μια μικρή τοποθετημένη στη βάση του τέμπλου, ανάμεσα σε πολλές άλλες. Σηκώνοντας το βλέμμα μου προς τον εν είδει «μπαλκονιού» γυναικωνίτη  ψηλά στη δυτική πλευρά του ναού, παρατήρησα να προεξέχει η «πλάτη», δηλαδή το πίσω μέρος μιας εικόνας που φαινόταν στερεωμένη πάνω στο  στηθαίο. Ρώτησα την συνοδό μας γιατί ήταν τοποθετημένη έτσι, ανάποδα προς τον κυρίως ναό και το τέμπλο αυτή η εικόνα, σαν να «γυρίζει την πλάτη» της στο εκκλησίασμα και το ιερό από εκεί ψηλά.





Λακωνία, Βορδώνια, 16/8/2002. Πάνω: η δυτική πλευρά του ναού των Εισοδίων με τον γυναικωνίτη, πάνω στο στηθαίο του οποίου φαίνεται η πίσω πλευρά της εικόνας της Παναγίας. Κάτω: ο γυναικωνίτης με την προσκυνηματική εικόνα των Εισοδίων της Παναγίας και το μανουάλι για αποκλειστική λατρευτική χρήση των γυναικών.

Μου εξήγησε ότι μέχρι και τη δεκαετία του 1960 περίπου, οι γυναίκες (και τα παιδιά, κυρίως τα κορίτσια) δεν επιτρεπόταν να παραμένουν κάτω, μέσα στον κυρίως ναό, όπου λειτουργούνταν μόνον οι άνδρες. Οι γυναίκες έμπαιναν το ναό από τη βόρεια είσοδο, έπαιρναν κερί από ξεχωριστό παγκάρι που είναι τοποθετημένο εκεί και αμέσως έστριβαν προς δυσμάς και ανέβαιναν από τη σκάλα που είναι δίπλα στην βόρεια πόρτα, στο γυναικωνίτη, χωρίς να «πατήσουν» μέσα στον ως "άβατο" κυρίως ναό, στο ισόγειο. Στον γυναικωνίτη λοιπόν, τοποθετείται πάνω στο περβάζι του στηθαίου  η εικόνα του αγίου ή της αγίας στον οποίο είναι αφιερωμένος ο ναός, με καντήλι που κρέμεται από το ταβάνι και μανουάλι για τα κεριά, ώστε να προσκυνούν οι γυναίκες. Βλέποντας το έκπληκτο σχετικά με αυτή την έμφυλη διάκριση βλέμμα μας, μάς ενημέρωσε  ότι πλέον αυτό δεν ισχύει, συμπληρώνοντας με πικρία, ότι πλέον δεν υπάρχουν παρά ελάχιστοι άνδρες και γυναίκες στο χωριό, ούτως ή άλλως. Πληροφορία που δικαιολογούσε και την παραμελημένη όψη του ναού.

Καθώς ανεβαίναμε την ξύλινη, τριζάτη  σκάλα προς το γυναικωνίτη, μια ομάδα από νυχτερίδες φτερούγισαν πάνω από τα κεφάλια μας τρομαγμένες, κάνοντας όμως και την Αγγελική να τρομάξει, που κατέβηκε τρέχοντας τη σκάλα και βγήκε έξω. Η συνοδός μας με ενημέρωσε ότι οι νυχτερίδες φώλιαζαν σε ένα μικρό δωμάτιο δίπλα στη σκάλα, ένα είδος οστεοφυλάκιου, όπου φυλάσσονται τα οστά των ιερέων.  Στον ευρύχωρο γυναικωνίτη, στο κέντρο του στηθαίου είναι στερεωμένη πάνω στο περβάζι μια ευμεγέθης εικόνα των Εισοδίων με ένα γυάλινο καντήλι εμπρός της και στα δεξιά της ένα απέριττο, μπρούτζινο μανουάλι με ξύλινη  βάση. Εκτός από αυτή τη σύνθεση και κάποιες παλιότερες εικόνες στοιβαγμένες όρθιες η μια πίσω από την άλλη πάνω στο πάτωμα σε μια γωνιά (πρακτική πολύ συνήθης, όπως είχα ήδη παρατηρήσει,  για τη φύλαξη εικόνων που αποσύρονται στους ναούς), δεν υπήρχε άλλο αντικείμενο στο γυναικωνίτη. Η εικόνα που στεκόταν εκεί μόνη με την πλάτη γυρισμένη στον κυρίως ναό μου δημιούργησε ένα μελαγχολικό σφίξιμο, χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω αμέσως τον λόγο. Κατάλαβα ότι το σφίξιμο μού το δημιούργησε ο γυναικωνίτης  σαν αναπαραστατική έκφραση  του αποκλεισμού των γυναικών από τον δημόσιο χώρο, σε έναν κόσμο γυναικείο, κλειστό, περιορισμένο, κάτι σαν τα καφασωτά στα χαρέμια ή σαν την «μπούργκα» των μουσουλμανίδων γυναικών.


Λακωνία, Βορδώνια, 16/8/2002. Η ΝΑ και η ΒΑ γωνίες του τέμπλου, όπου οι αντικριστές εικόνες των ως «δίδυμων» καβαλάρηδων Δημητρίου και Γεωργίου.

Φωτογράφισα και κατεβήκαμε στον κυρίως ναό. Πλησίασα πάλι το τέμπλο, να παρατηρήσω καλύτερα την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης που ήταν ακουμπημένη εκεί. Ήταν μια μικρή εικόνα από αυτές του εμπορίου ή που βρίσκει κανείς να πουλιούνται στα πανηγύρια των μονών. Οι αφιερωτές, παρά την παρουσία μικρών εικόνων με ως «δίδυμους» αγίους εκεί κάτω στη βάση του τέμπλου,  δεν την  είχαν εδώ συνδυάσει εμφανώς με τους ως «δίδυμους», «διοσκουρικούς» αγίους, παρόλο που υπήρχαν τέτοιες μικρές εικόνες ακουμπημένες πάνω στο τέμπλο. Ωστόσο οι δύο «ως δίδυμοι» καβαλάρηδες άγιοι  Γεώργιος και Δημήτριος πλαισιώνουν εραλδικά το τέμπλο, ιστορημένοι σε δύο μεγάλες τοιχογραφίες πάνω στους νότιο και βόρειο τοίχο καθένας, όπως είχα δει την προηγούμενη ημέρα και στο ναό της Κοίμησης, στην Καλλιθέα. Το μοτίβο «διδυμοι» άγιοι επαναλαμβανόταν λοιπόν, ισχυροποιώντας βήμα-το-βήμα την υπόθεσή μου. 
Βγαίνοντας από την εκκλησία, ρώτησα την τόσο εξυπηρετική συνοδό μας πώς θα βρίσκαμε το ξωκλήσι του αγίου Κωνσταντίνου [και Ελένης] που είχα πληροφορία ότι είχε το χωριό. Μας πληροφόρησε ότι θα το βρίσκαμε στην κάτω συνοικία του χωριού, «στον Κάμπο» και μας έδωσε κάποιες οδηγίες για να πάμε ως εκεί. Την ευχαριστήσαμε θερμά, την αποχαιρετίσαμε και ξεκινήσαμε για τον Κάμπο.
Πήραμε το  χωματόδρομο  που μας υπέδειξε ότι οδηγεί στις όχθες του Ευρώτα, όπου κάπου εκεί θα βρίσκαμε και το ξωκλήσι. Καθώς δεν συναντήσαμε κάποιον άλλο για να μας διαφωτίσει ακριβώς για τη θέση του ξωκλησιού –είχε εξάλλου μεσημεριάσει και ήταν ώρα φαγητού- δεν καταφέραμε να το βρούμε, παρόλο που έκανα πολλές φορές τον χωματόδρομο πάνω-κάτω μέχρι τις όχθες του Ευρώτα και τους παράδρομους, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Επιστρέφοντας άπραγες στον Κάμπο, συναντήσαμε τυχαία μια γυναίκα που την ρωτήσαμε σχετικά και προθυμοποιήθηκε να μας συνοδεύσει και να μας δείξει το ξωκλήσι. Ήταν μια μεσόκοπη, δυναμική γυναίκα που είχε χτήματα κοντά στο ξωκλήσι του αγ. Κωνσταντίνου, όπως μας είπε και γνώριζε καλά την περιοχή. Ωστόσο μας εξήγησε ότι δεν βρήκαμε το εκκλησάκι γιατί δεν υπάρχει πια, έχει χαθεί και ότι υπάρχει μόνο ένα εικονοστάσι δίπλα στο χωματόδρομο που δηλώνει την πρώην ύπαρξη του ξωκλησιού πάνω σε έναν κοντινό λόφο, όπου σήμερα υπάρχει μόνο το τοπωνύμιο «Άγιος Κωσταντίνος».


 Λακωνία, Βορδώνια 16/8/2002. Συνοικία «Κάμπος». Αριστερά η βάση του εικονοστασιού του αγ. Κωνσταντίνου μέσα σε σιταροχώραφα και στο βάθος ο λόφος όπου υπήρχε το ξωκλήσι του ίδιου αγίου.

Βρήκαμε όντως το σημείο όπου το εικονοστάσι δίπλα στο δρόμο και κοντά σε ένα χοιροστάσιο που μας εξήγησε ότι το φροντίζουν κάποιοι Ινδοί εργάτες-οικονομικοί μετανάστες, τους οποίους έδειχνε να εκτιμά και να συμπαθεί. Ωστόσο το εικονοστάσι ήταν σπασμένο με κάποια κομμάτια του σκορπισμένα στο έδαφος και τη βάση του μέσα σε καλαμιές. Μας υπέδειξε και το λόφο όπου υπήρχε το ξωκλήσι, εξηγώντας μας ότι ούτε εκείνη το είχε δει ως τέτοιο, ήταν ήδη γκρεμισμένο στις μέρες της και ότι σε εκείνο το σημείο υπήρχαν πολλά σιτάρια.


Λακωνία, Βορδώνια 16/8/2002. Συνοικισμός Κάμπος, παρεκκλήσι της «αγια-Σωτήρως» (φωτ. από το τζάμι). Κάτω δεξιά, μόλις που διακρίνεται μια εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και δίπλα της εικόνα με ως «δίδυμους» άγίους.

Επιστρέψαμε την γυναίκα στο σπίτι της, στον Κάμπο και την αποχαιρετίσαμε με πολλές ευχαριστίες. Φεύγοντας μας υπέδειξε μέσα στο χωριό μια άλλη εκκλησία, την αγια-Σωτήρω. Πρόκειται για μια μικρή εκκλησία   που τη βρήκαμε κλειδωμένη. Μέσα από το διαφανές τζάμι ενός παράθυρου μπόρεσα να δω μέσα και να φωτογραφίσω(όσο καλά γινόταν) μια εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελενης με δύο ως "δίδυμους" αγίους να κρέμονται δίπλα της, κάτω από την εικόνα του άη-Γιάννη του τέμπλου. Παρόλο που αυτός ο εικονικός συνδυασμός είναι πλέον αναμενόμενος, δεν παύει να με εκπλήσσει και να με εντυπωσιάζει η συχνότητά του μέσα στους ναούς. [Ωστόσο αργότερα κάποιος στο χωριό Καραβάς μας ενημέρωσε ότι το εκκλησάκι ανήκει στους Σουστιάνους και όχι στα Βορδώνια].
Αφήσαμε πίσω μας τον Κάμπο των Βορδωνίων και ανηφορίσαμε πάλι με το οτομπιάνκι να αγκομαχάει (χωρίς και να βγάζει ατμούς προς το παρόν) στη δασωμένη πλαγιά του Ταῢγετου διασχίζοντας ξερά ρέματα και χειμάρρους. Όσο ανεβαίναμε, βλέπαμε κάτω στα δεξιά μας την πανέμορφη, κατάφυτη από λιόδεντρα και περιβόλια κοιλάδα του άνω ρου του Ευρώτα.

Καστρί
Κόντευε δύο μ.μ. πλέον η ώρα όταν φτάσαμε στο χωριό Καστρί, ένα όμορφο κεφαλοχώρι που φαίνεται ότι και είναι θέρετρο για τους κατοίκους της Σπάρτης και άλλων χωριών της κοιλάδας, λόγω της δροσιάς που οφείλεται στην ψηλή τοποθεσία του αλλά και της εκπληκτικής θέας του προς τον Ταῢγετο από πάνω του και προς την κοιλάδα του Ευρώτα κάτω χαμηλά. Σταματήσαμε σε μια μικρή πλατεία δίπλα σε ένα καφενείο. Παρακαλέσαμε και μας ετοίμασαν κάτι πρόχειρο να φάμε, όμως  οι τηγανητές πατάτες και τα αβγά μαζί με λίγο παστό που μας ετοίμασαν δεν ήταν πρόχειρα αλλά υπέροχα και τα απολαύσαμε, καθώς ήμασταν πεινασμένες. Είχε πολλή ζέστη, ωστόσο σαν αποφάγαμε ξεκινήσαμε τον ανηφορικό δρόμο μας γιατί είχα προγραμματίσει να δούμε αρκετά χωριά ακόμα. Με πολλή δυσκολία αντιστάθηκα στον πειρασμό να σκαρφαλώσουμε να επισκεφθούμε και το μικρό μοναστήρι της Κοίμησης που το αγναντεύαμε τρώγοντας χωμένο σε ένα βράχο να αιωρείται πάνω από το χωριό. Με την υποψία ότι τέτοια ώρα το μοναστήρι, όπως γνωρίζαμε από άλλα, θα ήταν κλειστό οπότε δεν θα μπορούσαμε να μπούμε, ξεκινήσαμε για το λόφο του «άγιου Κωνσταντίνου» [και Ελένης]. Ένα μονοπάτι μέσα σε πυκνοφυτεμένο με πεύκα άλσος όπου είχαν σταθμό-παρατηρητήριο οι δασοπυροσβέστες που επόπτευαν την περιοχή  δίπλα στα πυροσβεστικά οχήματα σε ετοιμότητα τέτοια εποχή, μας έβγαλε σε ένα ξέφωτο όπου το ξωκλήσι του αγίου Κωνσταντίνου.



 Λακωνία, Καστρί, 16/8/2002. Πέτρινο αλώνι στην είσοδο του δρομίσκου που οδηγεί στο αλσύλλιο με το ξωκλήσι του άγιου Κωνσταντίνου [και Ελένης]


Λακωνία, Καστρί, 16/8/2002. Το ξωκλήσι του άγιου Κωνσταντίνου [και Ελένης]

Χτισμένο στην άκρη του λόφου το ξωκλήσι, έχει πανοραμική θέα προς όλη την κοιλάδα του άνω ρου του Ευρώτα μέχρι κάτω τη Σπάρτη νότια και προς την Πελλάνα-Σελλασία στα  βόρεια, με φόντο στο βάθος, ανατολικά,  τον Πάρνωνα. Συλλογιζόμουν ότι με βάση και τις περιηγήσεις των προηγούμενων ημερών και με αφετηρία αυτό της Αναβρυτής, τα ξωκλήσια του αγίου Κωνσταντίνου πάνω στις υπώρειες του Ταῢγετου στα ΒΑ της Σπάρτης μοιάζουν ωσάν βιγλάτορες τοποθετημένοι στη σειρά, να εποπτεύουν τη γόνιμη κοιλάδα του άνω ρου του Ευρώτα και ταυτόχρονα τις προσβάσεις  προς τα ενδότερα του Ταῢγετου.  Αναρωτιόμουν αν συμβαίνει κάτι ανάλογο και στην απέναντι όχθη του ποταμού, προς τις υπώρειες του Πάρνωνα.



 Λακωνία, Καστρί, 16/8/2002. Το ξωκλήσι του άγιου Κωνσταντίνου [και Ελένης], εσωτερικό. Η αφιερωματική εικόνα των αγίων πάνω στο βόρειο τοίχο.

Το ξωκλήσι ήταν βέβαια κλειδωμένο και λόγω της ακατάλληλης ώρας δεν είχαμε αναζητήσει κάποιον να μας το ανοίξει. Ευτυχώς όμως και εδώ τα τζάμια είναι διάφανα και μπόρεσα να δω το εσωτερικό και να τραβήξω και φωτογραφίες, όσο ήταν δυνατόν. Μπόρεσα να βγάλω μια εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης πάνω στο βόρειο τοίχο, στη ΒΑ γωνία του ναού.  Απ’ όσο έβλεπα, και λόγω του ότι έχει δίπλα της μανουάλι, κατάλαβα ότι πρόκειται για την αφιερωματική/προσκυνηματική τους εικόνα που είναι τοποθετημένη εκεί γιατί δεν χωράει  στο στενό τέμπλο. Ο λόφος πέρα από τα πεύκα είναι φυτεμένος κλιμακωτά και με ελιές πάνω σε χτιστές πεζούλες όπου, όπως μας πληροφόρησαν οι ντόπιοι πυροσβέστες, παλιά καλλιεργούσαν σιτάρι.
Η πληροφορία αυτή επιβεβαιώθηκε επιτόπου όταν, καθώς τους αποχαιρετούσαμε και αφήναμε το ξωκλήσι, στα πενήντα περίπου μέτρα από αυτό, εκεί στην κορυφή του λόφου, είδα κάτι που μου είχε διαφύγει της προσοχής όταν φτάσαμε, καθώς κοίταζα να δω το ξωκλήσι: ένα μεγάλο πέτρινο αλώνι! Ακριβώς στην είσοδο του μονοπατιού που οδηγεί στο ξωκλήσι μέσα από τα πεύκα, στρωμένο με μαύρες πέτρες και χτισμένο με λευκές, όρθιες πέτρες στην περιφέρεια, ήταν πανέμορφο και ακέραιο, αν και κάπως χορταριασμένο. Να την πάλι «η πότνια σίτου», είπα γελώντας στην Αγγελική, μας δηλώνει περίτρανα την παρουσία της! Είχα την αίσθηση πως η «Ελένη/Αγιαλένη» αιωρούνταν πάνω από την αχλύ της ζέστης και την αγαπημένη της κοιλάδα του Ευρώτα όπου κατά τον μύθο «αναστήθηκε» και πέρασε τα «γεράματά» της. Είχα τη βεβαιότητα πλέον ότι τούτος ο πανέμορφος, κατάφορτος με ιστορικές, μυθικές και λατρευτικές μνήμες τόπος είχε πολλά μυστικά να μου αποκαλύψει, καθώς πλέον είμαι σε θέση να διαβάζω τα λανθάνοντα «σημάδια» και να ψυχανεμίζομαι τη συμβολική  παρουσία της Ελένης και του σύνευνού της εκεί όπου είναι κρυμμένοι ή μεταμφιεσμένοι  για τους πολλούς …


Λακωνία, Καστρί, 16/8/2002. Ξωκλήσι Ύψώσεως του τιμίου Σταυρού

Αφήνοντας τον άγιο Κωνσταντίνο και το Καστρί, ανεβαίνοντας όλο και ψηλότερα στην πλαγιά είδαμε αμέσως μετά στην άκρη του δρόμου και σε σημείο που επίσης δεσπόζει στην κοιλάδα του Ευρώτα και  λίγο πριν μπούμε στην Αλευρού, ένα φρεσκο-ανακαινισμένο ή νεόχτιστο εκκλησάκι. Ενώ το είχα προσπεράσει, κάτι με έκανε να σταματήσω και γύρισα πίσω να το περιεργαστώ από κοντά. Ήταν κλειστό αλλά κοιτώντας από τα τζάμια είδα ότι είναι αφιερωμένο στην Ύψωση του τιμίου Σταυρού, δηλαδή στην «ανασκαφέα» και «ευρέτρια» του Σταυρού αγία Ελένη, αφού αυτή είναι το κεντρικό πρόσωπο της δράσης που αφορά η γιορτή.  Να λοιπόν τι με έκανε  να σταματήσω, είπα γελώντας στην Αγγελική. Να την πάλι η Κυρά μας εδώ! Ο ιερέας δεν μου είχε σημειώσει στο ερωτηματολόγιο αυτή την εκκλησία, αφού δεν ονομάζεται  ούτε άγιος Κωνσταντίνος [έμαθα ότι τον ονομάζουν «Σταυρούλη»], ούτε αγία Ελένη, και εγώ –κακώς, όπως διαπίστωνα γιατί αφορά άμεσα την έρευνά μου- δεν είχα συμπεριλάβει και ναούς αφιερωμένους στην ύψωση του Σταυρού στο ερωτηματολόγιο.






     Λακωνία, Καστρί, 16/8/2002. Ξωκλήσι Ύψώσεως του τιμίου Σταυρού, εσωτερικό. Πάνω: το τέμπλο με την αφιερωματική εικόνα της Ύψωσης του Σταυρού. Κάτω:  αριστερά, πάνω στην προέκταση του ανατολικού τοίχου διακρίνεται η εικόνα των αγίων Κ+Ε, μέσα από τη γυαλάδα του τζαμιού του νότιου παράθυρου

 Παρατηρούσα από το τζάμι ότι ήταν όντως ανακαινισμένο το εκκλησάκι γιατί είχαν χτιστεί δύο προεκτάσεις στα νότια  και στα βόρεια, με αποτέλεσμα να περισσεύει τοίχος ένθεν και ένθεν του ιερού και του τέμπλου.  Εκτός από την αφιερωματική της Ύψωσης του Σταυρού με την αγία Ελένη και τον επίσκοπο Αμβρόσιο, έβλεπα να είναι τοποθετημένη και μια εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης  πάνω στην προέκταση του νότιου τοίχου, δίπλα στο τέμπλο, σαν να ανήκε και αυτή σε αυτό. Δεν έλειπαν από κοντά της οι ως «δίδυμοι» άγιοι. Στη δυτική πλευρά το δάπεδο είναι υπερυψωμένο κατά δύο σκαλοπάτια σχηματίζοντας ένα είδος γυναικωνίτη, όπως είχα δει και αλλού.

Αλευρού
Φτάσαμε στην όμορφη Αλευρού, που φαινόταν να είχε γνωρίσει άλλοτε ημέρες ακμής, πλην τώρα κάπως έρημη. Ρωτώντας για τον παπά, βρήκαμε τον επίτροπο της εκκλησίας, ο οποίος μας οδήγησε στον ενοριακό ναό του αγίου Γεωργίου. Ήταν μάλιστα ολοπρόθυμος, γιατί είχε κολακευθεί, όπως είπε,  που κάποιοι από την Ακαδημία Αθηνών είχαν επισκεφθεί το χωριό. Απέναντι από την είσοδο της εκκλησιάς, μια κληματαριά ήταν περιπλεγμένη στα κάγκελα ενός μπαλκονιού, κατάφορτη με ώριμα σταφύλια, που τα λιμπίστηκε η Αγγελική, και εξέφρασε τον θαυμασμό και την επιθυμία της, καθώς μάλιστα έτσι που τρέχαμε και τρώγαμε πρόχειρα, δεν είχαμε φάει καθόλου φρούτα εκείνες τις ημέρες. Μια γυναίκα που καθόταν στο μπαλκόνι μας ρώτησε ποιες είμαστε. Όταν άκουσε ότι ήμασταν λαογράφοι, άρχισε πάραυτα, αυθόρμητα, να μας αφηγείται από ψηλά, από το μπαλκόνι, γιατί το χωριό ονομάζεται Αλευρού: «ήταν λέει τα παλιά χρόνια μια γριά εκεί που όριζε τον μύλο και ήταν πάντα κάτασπρη, πασπαλισμένη με αλεύρια  και γι’ αυτό την έλεγαν «αλευρού» και πήρε και το χωριό το όνομά της» (για το χωριό και αυτή την παράδοση για το όνομα βλ. http://www.alevrou.com/p/blog-page_4763.html). Μόνο που δεν έβαλα τις φωνές στο άκουσμα της ιστορίας! Γιατί όχι μόνο το όνομα και οι μύλοι δηλώνουν την ύπαρξη σιταριών εδώ αλλά και η ίδια η γυναίκα Αλευρού της ιστορίας παραπέμπει στην «πότνια σίτου», την «λευκή θεά», που μου αποκαλυπτόταν εδώ, στον τόπο του μύθου της, άλλοτε ως Παντάνασσα, άλλοτε σαν Παναγία ¨Ελωνα, άλλοτε ως αγία Ελένη, ως Ελένη, ως Ορθία, τώρα σαν Αλευρού και ποιος ξέρει  πόσες άλλες μορφές θα πάρει, συλλογιζόμουν… Πριν προλάβω να πω κάτι στην γυναίκα, ο συνοδός μας, ο επίτροπος, συγχυσμένος που κάποια «άσχετη» του έκλεβε την αποκλειστικότητα της ξενάγησής μας, μας τράβηξε σχεδόν με το ζόρι μέσα στην εκκλησία, λέγοντάς μας να μη δίνουμε σημασία σε ανοησίες, και πως αυτός θα μας έλεγε την ιστορία του χωριού. Μπήκαμε στο σκοτεινό ναό του αγίου Γεωργίου. Εκεί μας ενημέρωσε για το βιογραφικό του, ότι είναι καθηγητής στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (sic) και ότι είχε επισκεφθεί το ΚΕΕΛ και γνώριζε τον συνάδελφο Λευτέρη Αλεξάκη, οπότε αυτός μπορούσε να καταλάβει τη δουλειά που κάναμε και γιατί  περιηγούμαστε τα χωριά. Εγώ είχα το μυαλό μου στην «Αλευρού» και επανέφερα σε αυτήν την κουβέντα, ρωτώντας τον αν γνώριζε και αυτός την παράδοση που μας είχε αφηγηθεί η γυναίκα. «Την έλεγαν οι γιαγιάδες μας αυτή την ιστορία», απάντησε, «αλλά στην πραγματικότητα το όνομα αυτό οφείλεται στο ότι παλιά στο χωριό μας καλλιεργούσαν πολλά δημητριακά, σιτάρια, κριθάρια, βρώμες και είχαμε και μύλους, οπότε πήρε το όνομα Αλευρού, όχι πως υπήρχε κάποια γριά αλευρωμένη... Αλλά βεβαίως  η κυρία έξω που να τα ξέρει αυτά». Τι να του έλεγα εκείνη τη στιγμή, για το ποιος ξέρει και ποιος δεν ξέρει και πόσο τα λόγια του επιβεβαίωναν τη συμβολική  παρουσία της «πότνιας σίτου», λευκής θεάς «Αλευρούς» στο χωριό;
Ο ναός, αφιερωμένος στον καβαλάρη άγιο Γεώργιο, είχε και «Διοσκουρικό» χαρακτήρα.  Και αυτό γιατί δίπλα στην αφιερωματική εικόνα του αγίου Γεωργίου πάνω στο τέμπλο, μετά το βόρειο βημόθυρο του ιερού υπάρχει και η εικόνα του αγίου Δημητρίου, καβαλάρη επίσης, ώστε οι δύο εικόνες πλάι-πλάι (αν παραλείψουμε το βημόθυρο) να τους αποδίδουν ως «δίδυμους»  αγίους.
     



Λακωνία, Αλευρού, 16/8/2002. Ο ενοριακός ναός του αγίου Γεωργίου, εσωτερικό. Πάνω:  ο κυρίως ναός με το τέμπλο. Κάτω: τμήμα του τέμπλου με τις εικόνες των καβαλάρηδων αγίων Γεωργίου και Δημητρίου  ως «δίδυμων» 

 Η «διοσκουρική» υπόσταση συμπληρώνεται για μένα από το  ότι στο νότιο τοίχο, προς το τέμπλο, είναι ιστορημένη μεγάλη τοιχογραφία με τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη. Πέραν αυτών, οι δύο καβαλάρηδες άγιοι Δημήτριος και Γεώργιος, είναι και πάλι ιστορημένοι εραλδικά, σε μεγάλο μέγεθος, να κοιτάζει ο ένας τον άλλον, σε τοιχογραφία πάνω στο μέτωπο της εγκάρσιας κεραίας που σχηματίζει ο ναός, καθώς είναι σταυροειδής βασιλική.  Και θα μου έλεγε κανείς, συλλογιζόμουν, ότι αφού ο ναός είναι αφιερωμένος στον άγιο Γεώργιο δεν είναι φυσικό να υπάρχει τόσο η μεγάλη εικόνα  του στο τέμπλο και σε τοιχογραφία; Ναι, θα απαντούσα, φυσικά, αλλά τότε γιατί είναι και ο άγιος Δημήτριος σε ισομεγέθεις και στις ανάλογου μεγέθους και θέσης εικόνες;





  Λακωνία, Αλευρού, 16/8/2002, ναός αγίου Γεωργίου. Πάνω η τοιχογραφία με τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη και κάτω ο συνδυασμός της με τοιχογραφίες των ως»δίδυμων» καβαλάρηδωναγίωνΓεωργίου και Δημητρίου,ένθεν και ένθεν του τέμπλου.

Εκτιμούσα, βλέποντας τις εικόνες των δύο καβαλάρηδων αγίων και τη θέση τους μέσα στο ναό συνδυαστικά με αυτή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, ότι αυτό που έχει εδώ σημασία είναι να αποδοθούν οι καβαλάρηδες συμβολικά, ισότιμα «μαζί», να τονιστεί, μη συνειδητά ωστόσο αλλά μέσω μιας λανθάνουσας πολιτισμικής/λατρευτικής μνήμης ο «διοσκουρικός»  χαρακτήρας τους, έστω και αν οι βίοι τους δεν συμπίπτουν. Καθώς γονάτιζα στο δάπεδο για να μπορέσω να φωτογραφίσω τις παραπάνω εικόνες συνδυαστικά, «δεν ανεβαίνεις στον γυναικωνίτη να φωτογραφίσεις καλύτερα από ψηλά;» μου λέει ο συνοδός μας. Ακολούθησα την προτροπή του και ανέβηκα στο γυναικωνίτη, που βρήκα γυμνό από εικόνες, έρημο και σκονισμένο. Φωτογράφισα όντως το ναό πανοραμικά από ψηλά και γύρισα να φύγω. Τότε πρόσεξα πως  οι  τοίχοι του δεν ήταν εντελώς γυμνοί αλλά ότι οι γυναίκες είχαν και εδώ τη «δική τους» εικόνα να προσκυνάνε. Μόνο που οι εικόνες εδώ ήταν δύο, κρεμασμένες πάνω στη ΝΔ γωνία του γυναικωνίτη, ενώ κάτω τους, πάνω στο πάτωμα, ήταν ακουμπημένες δυο-τρεις παλιές εικόνες, με την όψη τους προς τον τοίχο. 



                           Λακωνία, Αλευρού, 16/8/2002. Ναός αγίου Γεωργίου, Ο γυναικωνίτης, με τις εικόνες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης (δεξιά) και της αγίας Τριάδας.

Πλησίασα να δω τις κρεμασμένες εικόνες και ταράχτηκα.  Η μια, παλιά,  εικόνιζε τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη ζωγραφισμένους πάνω σε μουσαμά με το σταυρό ανάμεσά τους και τον θεό ή τον Χριστό μέσα σε σύννεφο με ανοιχτά τα χέρια πάνω από τα κεφάλια τους. Η άλλη καινούρια, καλυμμένη με ψευτο- ασημένια επένδυση με ανάγλυφες δύο ανδρικές μορφές, των οποίων τα ζωγραφισμένα πρόσωπα πρόβαλλαν μέσα από δύο τρύπες της μεταλλικής επένδυσης. Προσλαμβάνοντας  αρχικά τις δύο όρθιες μορφές ως δύο από τους γνωστούς ως «δίδυμους» αγίους και δη τους αγίους Αναργύρους, θεώρησα τον εικονικό αυτό συνδυασμό ενισχυτικό  και επιβεβαιωτικό των σκέψεων που μου είχαν προκαλέσει οι εικόνες των ως «δίδυμων» καβαλάρηδων αγίων μέσα στον κυρίως ναό. Εδώ μάλιστα, καθώς ήταν οι μοναδικές εικόνες στο χώρο, αναδεικνυόταν πολύ περισσότερο ο συνδυασμός «δίδυμων»/διοσκουρικών ιερών μορφών + Κωνσταντίνος και Ελένη[και  Αλευρού]. Ωσάν οι γυναίκες στο γυναικωνίτη να «συνόψιζαν», κατά ένα τρόπο μυστικό, το πραγματικό συμβολικό περιεχόμενο του ναού, ή το παράλληλο με το χριστιανικό, που κάποια λανθάνουσα μνήμη τις έκανε να το πραγματώνουν εικονικά και λατρευτικά εδώ, στο γυναικείο χώρο του ναού. Οι μοναχικές αυτές εικόνες φωτιζόντουσαν λίγο από κάποιο  παράθυρο  εκεί επάνω μέσα στην ερημία του χώρου που φαινόταν να είχε χρόνια να χρησιμοποιηθεί, ερημία που καθιστούσε πιο έντονη η λαμπρότητα του κυρίως ναού αποκάτω, που είναι ιστορημένος με πλήθος πολύχρωμων τοιχογραφιών σε όλους τους τοίχους του και με μεγάλες και μικρές κινητές εικόνες, φωταγωγημένος με κρυστάλλινους πολυέλαιους και σε λειτουργική χρήση, καθώς μάλιστα ακουγόντουσαν και οι κουβέντες της Αγγελικής με τον συνοδό μας και με έναν ακόμα ντόπιο άνδρα που είχε προστεθεί στην παρέα.  Η λαλίστατη για μένα σιωπή και η γυμνότης του χώρου του γυναικωνίτη απέδιδε στις δύο μοναχικές εικόνες ακόμα πιο ιερή διάσταση. Μόνη καθώς βρισκόμουν εκεί επάνω, ένοιωθα ωσάν η προτροπή του συνοδού μας να ανέβω ως εκεί, ήταν ωσάν «κάλεσμα» της «Αλευρούς/Ελένης/Αγιαλένης» (!) για να συναντήσω αυτές τις εικόνες, μαζί, ώστε με αυτό το «θέαμα» να μου υποδείξει μυστικά πως ήμουν στο σωστό συμβολικό δρόμο, πως η πολιτισμική μνήμη που αφορά το μύθο και τη λατρεία της είναι λανθάνουσα μεν αλλά ζωντανή, στη «διάρκεια», και εδώ, ως “habitus”. Ή μήπως είχα πάθει ερευνητική  εμμονή που με διολίσθαινε από τον στεγνό ορθολογισμό;  Πλησιάζοντας περισσότερο τις δύο εικόνες και καθώς το φως άλλαξε γωνία πάνω στη γυαλιστερή, μεταλλική επιφάνεια της εικόνας με τις ως «δίδυμες» ανδρικές μορφές, διέκρινα τώρα πάνω από αυτές χαραγμένο πάνω στο μέταλλο ένα περιστέρι περιβεβλημένο με ακτίνες. Τότε κατάλαβα πως η εικόνα μάλλον απεικόνιζε όχι «δίδυμους» αγίους αλλά τη χριστιανικά δογματική  Αγία «Τριάδα», τον Πατέρα, τον Υιό και  το Άγιο Πνεύμα, χωρίς ωστόσο να είμαι και σίγουρη, γιατί οι δύο μορφές είναι όρθιες και όχι καθιστές. Οπότε; Αν όντως εικονίζεται η αγία Τριάδα, αναστοχαζόμουν κλονισμένη, αναιρούνταν όλοι οι παραπάνω συλλογισμοί;  Σκέφτηκα τότε -και συνήλθα- μήπως οι γυναίκες (κατά τεκμήριο) που είχαν κρεμάσει εδώ αυτές τις εικόνες είχαν πάθει ό, τι και εγώ; Είχαν δηλαδή προσλάβει τις δύο δυσδιάκριτες ανδρικές μορφές ως «δίδυμες»  και όχι ως «Τριάδα», αφού δεν είναι άμεσα ορατή ως τέτοια; Είχα ήδη παρατηρήσει πολλαχού, επανειλημμένα, τον συνδυασμό Κ+Ε και Αγία Τριάδα. Η επανάληψη του, πάντα αναφορικά και με  τις άλλες ως «δίδυμες» ιερές μορφές που συνδυάζεται η ίδια εικόνα των Κ+Ε, με είχε κάνει να συμπεράνω ακριβώς αυτό, ότι δηλαδή οι πιστοί «βλέπουν» δύο, ως «δίδυμες», ανδρικές μορφές σε αυτή την εικόνα και όχι «Τριάδα». Συγκρίνοντας μάλιστα την παρατηρούμενη εδώ αγία Τριάδα με το γεγονός ότι οι πιστοί «βλέπουν» μία  θηλυκή αγια-«Σωτήρω/Σωτηρούλα» στις τρεις ανδρικές μορφές της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος,   σκεφτόμουν ότι η συμβολική λαϊκή σκέψη  και η μνήμη ακολουθεί δικά της μονοπάτια, όχι παράλογα  και αυθαίρετα, αν τεθούν ερμηνευτικά  στη βάσανο της ερευνητικής κριτικής… Αντί λοιπόν να κλονίσει την υπόθεσή μου ο εικονικός συνδυασμός που παρατηρούσα εδώ στον γυναικωνίτη, αντίθετα, υπό αυτό το πρίσμα, την ενίσχυε… Το γεγονός ότι με βάση το χάρτη υψομετρικά το χωριό "Αλευρού" βρίσκεται πάνω από την Πελλάνα, όπου υπάρχουν μυκηναϊκά ανάκτορα και τάφοι, δεν αποτελούσε κατ' εμέ παραδοξότητα το να πυκνώνουν οι «επιφάνειες» της Ελένης/Αλευρούς, καθώς ήμασταν, κατά ένα τρόπο, στα αρχαία  "λημέρια" της…
Φύγαμε από την Αλευρού και προσπεράσαμε το χωριό Γεωργίτσι με το συμβολικό, σχετικό με τη γεωργία όνομα, χωρίς να σταματήσω, πλην με ενοχές, γιατί δεν είχα κάποια πληροφορία σχετικά με όσα αναζητώ στο χωριό αυτό. Ήμουν όμως σίγουρη πως αν είχα σταματήσει όλο και κάτι θα εύρισκα αλλά έπρεπε να κάνω αυστηρή επιλογή, καθώς η ώρα περνούσε και είχαμε αρκετά χωριά ακόμα να δούμε, από τις σίγουρες πληροφορίες των ιερέων που είχα λάβει μέσω του ερωτηματολόγιου και κυρίως την ίδια την  Πελλάνα.

Αγόριανη
Σταμάτησα στην Αγόριανη, όπου βρήκαμε τον ιερέα ο οποίος, προθυμότατος, μας οδήγησε στο ναό της Κοίμησης. Ο ναός εσωτερικά βαμμένος έντονα με περίεργα για ναό σχέδια και ιστορημένος με κινητές εικόνες σε πολύ  έντονα χρώματα, ιδιαίτερα στο τέμπλο,  ενώ οι έντονες επίσης τοιχογραφίες έδειχναν σχετικά πρόσφατες, σαν αυτές που συναντούσα σε πολλούς ναούς.





            
Λακωνία, Αγόριανη, 16/8/2002. Ενοριακός ναός της Κοίμησης. Πάνω και κάτω: το τέμπλο με τις εικόνες των αγίων Κ+Ε και των ως «δίδυμων» καβαλάρηδων αγίων Γεωργίου και Δημητρίου

Οι δύο «διοσκουρικοί» καβαλάρηδες άγιοι Γεώργιος και Δημήτριος είχαν έντονη παρουσία  και εδώ, ιστορημένοι εραλδικά σε δύο μεγάλες εικόνες –μεγαλύτερες από τις δεσποτικές του τέμπλου- ένθεν και ένθεν του κύριου τμήματος του τέμπλου πάνω σε δύο πεσσούς ενσωματωμένους σε αυτό, αλλά που προεξέχουν, τονίζοντας  τη σημασία που τους αποδίδεται. Στο δεξιό, νότιο άκρο του τέμπλου βρίσκεται και η εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, δίπλα μάλιστα από τον ένα από τους ως «δίδυμους» καβαλάρηδες, τον άγιο Δημήτριο του νότιου πεσσού.



          Λακωνία, Αγόριανη, 16/8/2002. Ενοριακός ναός της Κοίμησης. Το τέμπλο με τις εικόνες των αγίων Κ+Ε και εικόνα στρατιωτικών, ως «δίδυμων» αγίων.

Με την τοποθέτησή της σε αυτό το σημείο η εικόνα των αγίων Κ+Ε, έβλεπα να σχετίζεται έμμεσα και με τους δύο καβαλάρηδες, ως «δίδυμους» αγίους, αφού οι δυο τους είναι τοποθετημένοι εραλδικά, ωσάν ζεύγος πάνω στους δύο πεσσούς κι ας μην είναι δίπλα-δίπλα. Ένα ακόμα ζεύγος ως «δίδυμων» αγίων, πεζών, είναι ιστορημένο λίγο δεξιότερα και ψηλά, πάνω από την εικόνα των αγίων Κ+Ε.  Πέραν όμως της εικόνας στο τέμπλο, υπάρχει και άλλη μεγάλη εικόνα των αγίων Κ+Ε, τοιχογραφημένη πάνω στο βόρειο τοίχο, ψηλά, σε αντιστοιχία με την τοιχογραφία των δύο ως «δίδυμων» πεζικάριων στρατιωτικών αγίων του νότιου τοίχου. Πώς να εξηγήσει κανείς αυτή την επιμονή; Δεδομένης μάλιστα και της άποψης του ιερέα στο Σκούρα ότι δεν πρέπει να μπαίνουν εικόνες των ίδιων αγίων μέσα στους ναούς, ακόμα και αν το θέλει ο δωρητής; Ο ιερέας πάντως εδώ δεν ήξερε να μου εξηγήσει αυτή την επιμονή στους αγίους Κ+Ε όταν τον ρώτησα και μάλιστα με πληροφόρησε ότι υπάρχει μεγάλη εικόνα των αγίων Κ+Ε και στο εκκλησάκι του αγίου Νικολάου στο νεκροταφείο αλλά ότι είναι πολύ φθαρμένη. Εγώ όμως το ερμήνευα ότι οφείλεται στο ότι ήμασταν στον τόπο και στην πηγή του μύθου της Ελένης/Αγιαλένης…

Λογγανίκος
Αφήνοντας την όμορφη Αγόριανη, ανεβήκαμε στο πιο απομακρυσμένο από τα χωριά αυτής της σειράς, στις ανατολικές υπώρειες του Ταῢγετου και πάνω από την κοιλάδα του άνω ρου του Ευρώτα, τον Λογγανίκο. Αναρωτιόμουν τι σχέση, εκτός από την τοπική,  να έχει το Λογγάστρα με το Λογγανίκο αλλά δεν ήταν βέβαια δυνατόν να λάβω απάντηση εκείνη την ώρα. Μια οδική ταμπέλα που δείχνει προς Μεγαλόπολη μου υπέδειξε ότι ακολουθούσαμε τον αρχαίο, ημιορεινό δρόμο του Ταῢγετου που ακολουθούσαν και οι αρχαίοι Σπαρτιάτες για τις εκστρατείες τους στην Αρκαδία και όχι μόνο, διαδρομή που εξηγεί και την πληθώρα των χωριών πάνω της, εκτός από την υγιεινή, ημιορεινή θέση, βεβαίως. Ταυτόχρονα όμως η λέξη Μεγαλόπολη και αυτός ο δρόμος που οδηγεί προς αυτήν μου έφερε στο νου την Αγιαλένη της Λυκόσουρας, της Θεισόας,  και, προεκτείνοντας τον παραπέρα, της Ανδανίας, των Πλατανιών, της Πλατιάνας,  κ.λπ., και το πόσο  εν τέλει αυτές οι περιοχές ήταν δυνατόν να επικοινωνούν μεταξύ τους με το παλαιό αυτό οδικό δίκτυο, εδραιωμένες στους παμπάλαιους ιερούς τόπους, κρυφούς και φανερούς…
Το χωριό είχε αρκετό κόσμο, παραθεριστές από Σπάρτη και Αθήνα αλλά και απόδημους από την Αμερική και αλλού και τα καφενεία ήταν γεμάτα. Πριν γίνει μόδα η θάλασσα, ο Λογγανίκος ήταν μεγάλο παραθεριστικό κέντρο, χάρη στο υψόμετρο, το υγιεινό, δροσερό κλίμα του, την ομορφιά των πετρόχτιστων σπιτιών του, το όμορφο φυσικό περιβάλλον του, τα νερά του αλλά και την υπέροχη θέα προς την κοιλάδα του Ευρώτα. Έξω από ένα κατάμεστο καφενείο είδαμε τον παπά καθισμένο με μια παρέα. Τον πλησιάσαμε και του εξήγησα ποιες είμαστε και τι ζητούσαμε. Μας είπε ότι δεν είχε μαζί του το κλειδί της εκκλησίας και πως δεν γινόταν να πάει στο σπίτι του να το πάρει, γιατί αν πήγαινε, τα παιδιά του δεν θα τον άφηναν να ξαναβγεί, λόγω κάποιου σοβαρού προβλήματος υγείας που είχε ο ίδιος! Φεύγοντας γελούσαμε με τη δικαιολογία του παπά, γιατί αν ήταν αλήθεια, μάλλον είχε πει ψέματα, παπάς ων, στους δικούς του πως ήταν σε κάποιο ιερατικό καθήκον για να πάει στο καφενείο! Αθάνατοι λαϊκοί παπάδες!
Ο ενοριακός ναός, αφιερωμένος στον προφήτη Ηλία, είναι χτισμένος σε ένα ξάγναντο μεγάλο πλάτωμα όπου ο τοπικός πολιτιστικός Σύλλογος ετοίμαζε γλέντι για το ίδιο εκείνο βράδυ. Ρωτήσαμε πού βρίσκεται το ξωκλήσι του άγιου Κωνσταντίνου [και Ελένης] που είχα πληροφορία ότι υπάρχει στο χωριό. Μας εξήγησαν ότι βρίσκεται κάτω, στην κοιλάδα, κοντά στις πηγές του Ευρώτα, στα όρια του Λογγανίκου και του χωριού Κυπαρίσσι. Αλλά ότι θα ήταν αδύνατον να το βρούμε χωρίς να μας οδηγήσει κάποιος ως εκεί, πέρα από το ότι ο δρόμος είναι πολύ άσχημος…
   



Λακωνία, Λογγανίκος 16/8/2002. Εικονοστάσι και το ξωκλήσι του αγ. Κωνσταντίνου [και Ελένης]

Παρόλ’ αυτά, εμείς ξεκινήσαμε να βρούμε μόνες το ξωκλήσι, ακολουθώντας τις περίπλοκες, είναι αλήθεια, οδηγίες που προσπάθησαν να μας δώσουν και τις οποίες δεν είχα πολύ-καταλάβει αλλά βασιζόμουν ότι κάτι θα είχε καταλάβει και η Αγγελική, οπότε θα τις συνδυάζαμε και ίσως τα καταφέρναμε, δεν θα ήταν η πρώτη φορά εξάλλου. Ακολούθησε μια απίστευτη ταλαιπωρία σε στενούς, πότε ανηφορικούς και πότε κατηφορικούς, κακοτράχαλους χωματόδρομους χωμένους μέσα σε λογγωμένες εκτάσεις και ελαιώνες. Ούτε οι οδηγίες ενός ξυλοκόπου που είχαμε συναντήσει μας είχαν βοηθήσει να βγούμε από το λαβύρινθο, όπως τον βιώναμε εμείς. Όταν πια είχαμε απελπιστεί και ετοιμαζόμασταν να εγκαταλείψουμε την προσπάθεια, είδαμε στην άκρη του δρόμου μέσα σε έναν ελαιώνα,  ένα εικονοστάσι που είχε την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, άσφαλτο σημάδι ότι κάπου εκεί κοντά θα ήταν και το ξωκλήσι. Ακολουθώντας την κατεύθυνση όπου ήταν στημένο το εικονοστάσι, το βρήκαμε εν τέλει, θρονιασμένο στην κορυφή ενός ξάγναντου, χαμηλού λόφου. Από τον γυμνό από δέντρα περίβολο του ξωκλησιού  φαινόταν στα ΒΔ ο Λογγανίκος, ψηλά,  πάνω στην πλαγιά  του Ταῢγετου και αντιληφθήκαμε πόσο δρόμο είχαμε διανύσει μέχρι να βρούμε το ξωκλήσι. Η βάση και οι πλαγιές του λόφου στην κορυφή του οποίου είναι χτισμένο, είναι λογγωμένα, κατάφυτα με μυρτιές και δάφνες (βαγιές) τόσο πυκνές και ψηλές, που ήταν όντως δύσκολο έως αδύνατο να δούμε το ξωκλήσι από το δρόμο. Η θέα προς τον Ταῢγετο ήταν μαγευτική και βλέπαμε στη σειρά τα χωριά που είχαμε περιηγηθεί εκείνη τη ημέρα, ενώ στα ανατολικά και βόρεια απαλοί λόφοι ανεβαίνουν ομαλά προς τον Πάρνωνα, με τρόπο που στα βόρεια τα δυο βουνά,  ο Ταῢγετος και ο Πάρνωνας, έμοιαζαν να μπερδεύονται. Μια φιδωτή γραμμή από ψηλά υδροχαρή δέντρα και καλάμια κάτω στην κοιλάδα που σερνόταν προς το νότο, πρόδιδε τον αθέατο, άνω  ρου του Ευρώτα. Ένα τεράστιο -άρα και πολύ παλιό υπέθεσα-  πουρνάρι στη ΝΑ γωνία της αυλής του ξωκλησιού συμπλήρωνε τα ιερά φυτά που περιβάλλουν το εκκλησάκι, μαζί με τα -απαραίτητα- κατάλοιπα από παλιές σιταροπεζούλες.  




 
Λακωνία, Λογγανίκος 16/8/2002. Το ξωκλήσι του αγ. Κωνσταντίνου [και Ελένης]. Πάνω:  το τέμπλο. Κάτω: ο βόρειος τοίχος

Το εσωτερικό απέριττο και περιποιημένο με μια έμφαση στα χρυσαφιά γυψανάγλυφα στη διακόσμηση του τέμπλου. Οι εικόνες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης δεσπόζουν και εδώ (αφιερωματική στο τέμπλο και τέσσερις ακόμα στα σκαλοπάτια του τέμπλου, μία προσκυνηματική πάνω σε στασίδι) ενώ δύο μεγάλες της αγίας Τριάδας πάνω στο βόρειο τοίχο να παίζουν πιθανότατα το ρόλο των ως «δίδυμων» ιερών μορφών, όπως έτεινα πλέον να σιγουρευτώ.

Ήταν προχωρημένο απόγευμα. Η αναζήτηση του  ερημοκλησιού του αγ. Κωνσταντίνου μας είχε πάρει πολύ ώρα και ανησυχούσα πλέον ότι θα φτάναμε αργά στην Πελλάνα, το τέρμα της σημερινής μας περιήγησης και δεν θα είχε φως να φωτογραφίσω και γενικά να δω τον αρχαιολογικό χώρο, παρόλο που ήμασταν σχεδόν δίπλα της. Πριν από την Πελλάνα ήταν στο δρόμο μας ένας ακόμη άγιος Κωνσταντίνος, όνομα μικρού χωριού που έχει μετονομαστεί έτσι από «Ρογγόζιανη», λόγω του ότι  έχει ομώνυμο εκκλησάκι. Όσο πλησιάζαμε στην Πελλάνα, πλήθαιναν λοιπόν τα εκκλησάκια τα αφιερωμένα στους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, πέρα από το ότι και η Πελλάνα έχει ενοριακό ναό αφιερωμένο στους ίδιους αυτούς αγίους! Τυχαία όλα αυτά; Δεν γνωρίζω να έχει κάποια ιδιαίτερη σχέση με την περιοχή το αυτοκρατορικό αυτό ζεύγος των αγίων για να δικαιολογούνται τόσα εκκλησάκια αφιερωμένα σε αυτούς. Όμως εκτός από την Αλευρού με τους μύλους και τα δημητριακά της και η ίδια η ονομασία Πελλάνα έχει σχέση με τα δημητριακά, καθώς «πελλάνες» ονομάζονταν και τα τελετουργικά ψωμιά, κάτι σαν τα σημερινά «πρόσφορα»,  που αφιέρωναν στη θεά Δήμητρα. Η παλιά ονομασία Ρογγόζιανη, σλάβικης προέλευσης (εξού και η μετονομασία) μου έφερε στο νου το χωριό Ρογκοζιό (σήμερα Αλίφειρα), όπου η Αρχαία Αλίφειρα στην Ηλεία και όπου η «Αγιαλένη». Ο ανασκαφέας της αρχαίας Αλίφειρας Αν. Ορλάνδος αναφέρει ότι το όνομα «ρογκοζιό» σημαίνει τόπος με καλαμιές, κάτι που παραπέμπει σε καλλιέργεια σιτηρών, όπως και συμβαίνει στην Αλίφειρα. Παρατηρούσα λοιπόν ότι εδώ, γύρω από την Πελλάνα όπου ο αρχαιολόγος και ανασκαφέας  Θ. Σπυρόπουλος  υποστηρίζει ότι βρίσκεται το ανάκτορο της Ελένης και του Μενέλαου και αν όχι το συγκεκριμένο ανάκτορο, σίγουρα μυκηναϊκός οικισμός με κάποιο ιερό αφιερωμένο σε αυτήν ως θεά και στους Διόσκουρους, οι σημερινοί κάτοικοι επιμένουν να αφιερώνουν διαχρονικά ναούς στους άγιους Κωνσταντίνο και Ελένη συνοδεύοντάς τους εικονικά με ως «δίδυμους» αγίους, ακόμα και μέσα στο χώρο της Πελλάνας, ενώ τα ονόματα των χωριών όσο και οι τοπικές καλλιέργειες αναφέρονται στα δημητριακά, όπως εξάλλου συμβαίνει και σε κάθε ναό των αγίων Κ+Ε. Αναρωτιόμουν αν οι αρχαιολόγοι έχουν παρατηρήσει αυτές τις «συμπτώσεις» και πώς θα τις ερμήνευαν αλλά ήμουν σίγουρη ότι δεν τους είχε περάσει από το νου να συνδυάσουν τους τόσους «Αγιοκωσταντίνους» [και Ελένες] εδώ στην Πελλάνα με τη Λακωνίδα Ελένη του μύθου και ότι μάλλον θα με χλευάσουν αν τους πληροφορήσω για την υπόθεση που υποστηρίζω σχετικά. Για μένα όμως όλα αυτά φαινόταν να υποστηρίζουν ή και να τεκμηριώνουν την ερευνητική μου υπόθεση για την Ελένη/Αγιαλένη και τη λατρεία της ως Γης-Μητέρας-Δήμητρας αλλά  και τη λανθάνουσα  πολιτισμική και θρησκευτική μνήμη αυτής της λατρείας  μέσω του χριστιανικού ζεύγους των ιστορικών αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.
Με βάση το χάρτη, φαινόταν ότι μπορούσαμε να πάμε στο χωριό «Άγιος Κωνσταντίνος» κατευθείαν από το ξωκλήσι του άγιου Κωνσταντίνου όπου βρισκόμασταν από χωματόδρομο, αλλά μετά την περιπέτεια για να βρούμε το τελευταίο, δεν ρισκάριζα να αρχίσουμε πάλι το ψάξιμο και προτίμησα να πάμε στα σίγουρα, μέσω Λογγανίκου. Τώρα που είχαμε την εμπειρία, ο δρόμος που μας είχε πάρει τόσο χρόνο και μας είχε ταλαιπωρήσει, μου φάνηκε σύντομος και βατός, αν και στο τελευταίο κομμάτι πριν το Λογγανίκο, η μεγάλη ανηφόρα έκανε το οτομπιάνκι να μουγκρίζει και φοβήθηκα μην είχαμε πάλι τα χθεσινά. Αλλά τα κατάφερε τελικά, και μάλιστα μια χαρά όλη την ημέρα, παρά τα επεισόδια της προηγούμενης και τη σημερινή ταλαιπωρία.

Άγιος Κωνσταντίνος (πρ. Ρογγόζιανη)
 



Λακωνία, Άγιος Κωνσταντίνος (πρ. Ρογγόζιανη) 16/8/2002. Πάνω και κάτω: ναός αγίων Κ+Ε, εξωτερική και εσωτερική όψη

Φτάσαμε στον Άγιο Κωνσταντίνο (πρώην Ρογγόζιανη) που απέχει μόλις 2-3 χλμ. από την Πελλάνα. Ο ομώνυμος ναός, αν και είναι ενοριακός του χωριού, είναι μικρός και απέριττος ενώ δεν έχει χάσει τα στοιχεία του ξωκλησιού όπου οι πιστοί -και κυρίως οι γυναίκες-  είναι πιο ελεύθεροι να εκφράσουν την θρησκευτικότητα και την πίστη τους όσο και να επιτελέσουν τη λατρεία με βάση τους κληρονομημένους, άγραφους, κώδικες της προφορικής παράδοσης και της μνήμης, το habitus, και όχι με αυστηρά χριστιανικό τρόπο. ΄Ετσι το εκκλησάκι, πέρα από τις δογματικά  απαραίτητες δεσποτικές του τέμπλου, είχε τέσσερις  εικόνες των αγίων Κ+Ε πάνω στα σκαλοπάτια του τέμπλου, εκτός από την αφιερωματική πάνω στο τέμπλο και μια μεγάλη προσκυνηματική σε ξύλινο στασίδι εμπρός από το νότιο τοίχο, ενώ οι ως «δίδυμοι» άγιοι ιστορούνται ως εικόνα της Αγίας Τριάδας.


 Λακωνία, Άγιος Κωνσταντίνος (πρ. Ρογγόζιανη) 16/8/2002. Ναός αγίων Κ+Ε, ιερό, εικόνα των αγίων πίσω από την αγία τράπεζα

 Όμως η έκπληξη ήταν στο ιερό:  πίσω από την αγία τράπεζα, εκεί που συνήθως μπαίνει ο Εσταυρωμένος ενώ στην κόγχη ιστορείται η Πλατυτέρα, εδώ ο τοίχος είναι γυμνός από εικόνες και εμπρός του είναι τοποθετημένη μια μεγάλη εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, μέσα σε μεγαλοπρεπές ξύλινο στασίδι, με αετωματική απόληξη! Μάνα και γιος φέρουν στέμμα και αυτοκρατορικά ενδύματα ενώ η αγία Ελένη κατέχει τη θέση αριστερά του σταυρού, εκεί όπου συνήθως ιστορείται ο άγιος Κωνσταντίνος. Ένας φωτεινός ήλιος λάμπει πίσω από τον σταυρό. Ένα καντήλι κρέμεται εμπρός της από την οροφή ενώ στη βάση της εικόνας είναι τοποθετημένα τα δύο τρίκερα κηροπήγια που κανονικά τοποθετούνται πάνω στην αγία τράπεζα, με ένα ακόμα καντήλι ανάμεσά τους. Αυτή η ιδιαιτερότητα στο συγκεκριμένο σημείο του ναού,  τόσο κοντά στην Πελλάνα, μου έδινε την εντύπωση ωσάν οι δύο άγιοι να έχουν αντικαταστήσει εδώ το δόγμα και την τυπική χριστιανική ιστόρηση των εκκλησιών και μάλιστα σε ενοριακό ναό αλλά δεν βρήκαμε τον ιερέα  μήπως μπορούσε να μας δώσει τυχόν κάποια εξήγηση. Όσο για μένα, μετά τα όσα είχαν προηγηθεί και όσο πλησιάζαμε στην Πελλάνα, εκτιμούσα ότι τίποτα σχετικό δεν έπρεπε να με εκπλήσσει.

Πελλάνα
Ένας σύντομος χωματόδρομος μας οδήγησε στην Πελλάνα. Αν ισχύουν τα όσα υποστηρίζει ο ανασκαφέας αρχαιολόγος Θ. Σπυρόπουλος (γιατί άλλοι αρχαιολόγοι αμφισβητούν τα συμπεράσματά του από αυτή την ανασκαφή, αλλά τα δικά μου εθνογραφικά ευρήματα ίσως τον υποστηρίζουν)  φαίνεται να έχουμε εδώ ένα από τα πιο σημαντικά και παλαιά κέντρα λατρείας της Μητέρας-Γης-Ελένης, της «πότνιας σίτου», ως χθόνιας θεάς της ζωής και του θανάτου, της γονιμότητας και της βλάστησης.  Εκτιμώ ότι και ο μύθος της υπαινίσσεται αυτή τη σχέση με τα δημητριακά, καθώς στο γενεαλογικό της δέντρο μαρτυρείται ως πρόγονος ο Μύλης (εφευρέτης του μύλου, να την πάλι η «Αλευρού») και ως προγιαγιά της η Σπάρτη, που προφανώς σχετίζεται με το σπέρνω και τα δημητριακά, όνομα που πήρε –και διατηρεί- και η λακωνική πρωτεύουσα. Η λατρευτική μνήμη διατηρεί φαίνεται αυτή την θρησκευτική παράδοση στο πρόσωπο της Ελένη-Γης και του χθόνιου σύνευνού της στα πρόσωπα των αγίων Κ+Ε, αφιερώνοντας εδώ τόσα ξωκλήσια σε αυτούς αλλά και τον ενοριακό  ναό της Πελλάνας, όπως συμβαίνει με την «Αγιαλένη» και στην Ανδανία, στη Λυκόσουρα, στην Πλατιάνα και σε τόσα άλλα αρχαία ιερά, αφιερωμένα στη Δήμητρα και σε άλλες θηλυκές θεότητες. Όσο και αν μπαίνει στη βάσανο της αμφιβολίας για το αν είναι δυνατόν η πολιτισμική αυτή μνήμη για την Ελένη να εντάσσεται σε τόσο μακρά «διάρκεια», ή μήπως αποτελεί δική μου ερευνητική εμμονή, φρονούσα ότι τα επαναλαμβανόμενα αυτά ευρήματα με όλο το τοπικό, συμβολικό και παραγωγικό πλαίσιό τους,  δεν μπορεί να είναι συμπτωματικά ή τυχαία.
Ήταν αρχόμενο σούρουπο, σχεδόν «λυχνανάμματα», όταν είδαμε την ειδική, καφετιά ταμπέλα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας με τα κίτρινα γράμματα που δηλώνει τους επισκέψιμους αρχαιολογικούς χώρους γενικά και εδώ της Πελλάνας: τον αρχαίο οικισμό,  τα ανάκτορα, τους τάφους.
.

Λακωνία, Πελλάνα, 16/8/2002.  Άποψη του οικισμού από τον αρχαιολογικό χώρο. 




Λακωνία, Πελλάνα, 16/8/2002. Ο λόφος με το μυκηναϊκό νεκροταφείο.

Ένας περίεργος, χαμηλός και λιόφυτος λοφίσκος με ραβδωτό πέτρωμα σε κάπως μοβ-ροζ χρώμα περιφραγμένος με συρματόπλεγμα,  έδειχνε σχεδόν βιολετής μέσα στα χρώματα της δύσης, καθώς ο ήλιος βασίλευε πίσω από τον Ταῢγετο . Η πόρτα ήταν ανοιχτή και βαδίσαμε στο στενό, χαλικόστρωτο μονοπάτι που περνάει ανάμεσα  από  ένα μικρό ρέμα και τον πετρώδη λόφο. Γύρω ψυχή. Μέσ’ στην ησυχία του σούρουπου ακουγόντουσαν μόνο τα κουδούνια των προβάτων, τα τιτιβίσματα των πουλιών που κούρνιαζαν καληνυχτίζοντας  στα δέντρα και το τρίξιμο  των βημάτων μας πάνω στα χαλίκια. Μεγάλες τρύπες λαξευμένες πάνω στο βράχο στη ΒΔ πλευρά του, δηλώνουν το νεκροταφείο και τους θολωτούς τάφους και  φαινόταν  οι λαξευτές να έχουν εκμεταλλευτεί και τα φυσικά κοιλώματα του πετρώματος καθώς και τη φορά των ραβδώσεών  του. Οι τάφοι, άδειοι βεβαίως από ανθρώπινα κατάλοιπα και κτερίσματα, μου έμοιαζαν ο καθένας  με πελώρια μήτρα με τον «δρόμο» τους να προσομοιάζει σε αιδοίο και  γυναικείο κόλπο, εικόνα που ενέτεινε και το είδος του πετρώματος μέσα στο οποίο είναι λαξευμένοι και που μου έφερνε στο νου εικόνα από φιλμ υπέρηχου ενδομήτριου… Και μήπως αυτή η παρομοίωση δεν ταιριάζει με τη φαντασιακή εικόνα της μάνας-Γης ως αναγεννητικής, αδηφάγου μήτρας;  Η υγρασία που ευνοεί το να φυτρώνουν μούσκλια στο εσωτερικό, επέτεινε αυτή την εικόνα.
 

        

Λακωνία, Πελλάνα 16/8/2002. Από πάνω προς τα  κάτω: Νεκροταφείο μυκηναϊκών, θολωτών τάφων.







Λακωνία, Πελλάνα 16/8/2002. Από πάνω προς τα κάτω: ο"δρόμος", η πύλη και η θολωτή οροφή μυκηναϊκού τάφου σκαμμένου στο βράχο


Περπατήσαμε στον ρόδόχρου «δρόμο» του πιο μεγάλου τάφου, του οποίου τα πλευρικά τοιχώματα είναι λαξευμένα απολύτως κάθετα πάνω στο βράχο όπως  και η μεγαλοπρεπής, τοξωτή οξυκόρυφη είσοδος.  Η θολωτή οροφή αυτού του τάφου δεν σώζεται και είναι καλυμμένος με πρόσθετο στέγαστρο από τους αρχαιολόγους, τους οποίους ευγνωμονούσα για τον κόπο της πολύτιμης  ανασκαφής και της  μελέτης του χώρου, ώστε να μπορούμε εμείς να τον βλέπουμε με την άνεσή μας και να πληροφορούμαστε σε τι αφορά, παρά τις μεταξύ τους διαφωνίες.

 Λακωνία, Πελλάνα, 16.8/2002. Ο λόφος με την ανασκαφή του μυκηναϊκού οικισμού και την ακρόπολη στο βάθος.

Το σούρουπο προχωρούσε, έριχνε μάλιστα και κάτι αραιές ψιχάλες, έπερεπε να βιαστούμε. Αφήσαμε το προϊστορικό νεκροταφείο και προχωρήσαμε προς τη ΝΔ άκρη του σημερινού χωριού. Σταματήσαμε δίπλα σε ένα παλαιό εκκλησάκι του οποου το προαύλιο μοιράζονται -εκτός από τον άη-Γιώργη στον οποίο είναι αφιερωμένο- και οι κάτοικοι ενός σπιτιού χτισμένου στο νότιο άκρο του. Ρωτήσαμε τους νοικοκυραίους του για την ανασκαφή του αρχαίου οικισμού και μας  υπέδειξαν να πάρουμε το δρόμο που περνάει από τη βόρεια πλευρά της μικρής εκκλησίας. Δεν προχωρήσαμε ούτε εκατό βήματα και αντικρίσαμε  την ανασκαφή του αρχαίου μυκηναϊκού οικισμού, πάνω σε μια ομαλή πλαγιά με μικρή κλίση, στην κορυφή της οποίας διακρίνεται ανάμεσα σε ελιές η ακρόπολη,  όπου φαίνεται να ήταν και το ανάκτορο. Η ώρα και ο χώρος ήταν μαγικά, συναρπαστικά, και δεν θέλαμε να ξεκολλήσουμε από εκεί. Στα βορειοδυτικά ο Ταῢγετος είχε ήδη σκοτεινιάσει καθώς ο ήλιος έδυε πίσω του, ενώ στα ΒΑ δεν ξεχωρίζαμε πού τελειώνει και πού αρχίζει ο Πάρνωνας, τις λοφώδεις υπώρειες του οποίου  φώτιζε το ξεθυμασμένο φως του δύοντος ήλιου.  Η αρχαία  Πελλάνα είναι λοιπόν φωλιασμένη στο μυχό όπου συναντιούνται ο Ταῢγετος με τον Πάρνωνα, κοντά στις πηγές του Ευρώτα, του οποίου η εύφορη κοιλάδα ξεκινάει από εκεί, προστατευμένη από βοριάδες και βόρειους εχθρούς όπως οι Αρκάδες και κάτω από τον ορεινό δρόμο του οδηγεί στην Αρκαδία, πνιγμένη στα σιτηρά και σήμερα στους ελαιώνες. Χωρίς ξεναγό ή κάποιο αρχαιολογικό οδηγό, δεν καταλαβαίναμε και πολλά από τις ανασκαφές του αρχαίου οικισμού, ωστόσο φαινόταν εντυπωσιακός ο πολεοδομικός ιστός του με τα πυκνά θεμέλια κτιρίων και τους δρόμους, όσο τουλάχιστον μπορούσα να διακρίνω.
Επιστρέψαμε  στο εκκλησάκι του άη-Γιώργη και μια που ήταν ανοιχτό, μπήκαμε μέσα. Δεν είχε εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, ωστόσο ο άη-Γιώργης είχε χαρακτήρα «διοσκουρικό» με εικόνες αρκετών αγίων ως «δίδυμων».  Δεν είχαν απομείνει παρά ελάχιστες πόζες στο τελευταίο φιλμ και τις ήθελα για τον ενοριακό ναό των αγίων Κ+Ε και δεν φωτογράφισα. Αναρωτιόμουν ωστόσο μήπως το εκκλησάκι είναι χτισμένο πάνω σε κάποιο αρχαίο ιερό, καθώς βρίσκεται τόσο κοντά στην ανασκαφή του αρχαίου οικισμού.



  Λακωνία, Πελλάνα, 16/8.2002. Αριστερά: η δυτική  είσοδος του ενοριακού ναού του ναού του αγ. Κωνσταντίνου [και Ελένης] και στον ουρανό πάνω δεξιά, το φεγγάρι.



Λακωνία, Πελλάνα, 16/8.2002. Πάνω: το τέμπλο του  ναού των αγίων Κ+Εμε την εικόνα των αγίων Κ+Ε πάνω στο τέμπλο (αριστερά), και σε τοιχογραφία πάνω στο νότιο τοίχο (δεξιά) και δίπλα της η εικόνα  της «τριάδας» άγιοι Ραφαήλ και Νικόλαος +κόρη Ειρήνη.

               Λακωνία, Πελλάνα, 16/8/2002. Ενοριακός Ναός αγίου Κωνσταντίνου [και Ελένης].
Αριστερά: η εικόνα την αγίων Κ+Ε πάνω στο τέμπλο και πάνω στο λάβαρο του ναού.



Δεξιά: προσκυνηματικό στασίδι με δύο εικόνες των αγίων Κ+Ε και στο βάθος αριστερά, η τοιχογραφία των ίδιων αγίων, δίπλα της στα δεξιά η "τριάδα" αγιος Ραφαήλ, Νικόλαςος και Κόρη, από πάνω της  τοιχογραφία με ως «δίδυμους» αγίους  .

Σε ένα καφενείο του χωριού αναζητήσαμε τον ιερέα του ναού του αγίου Κωνσταντίνου [και Ελένης]  και μάθαμε ότι έλειπε, ενώ ο επίτροπος, που ήταν παρών, ήταν απρόθυμος να μας συνοδεύσει. Τότε προσφέρθηκε ένας έφηβος 16-17 χρονών να μας ξεναγήσει στην εκκλησία γιατί όπως μας είπε ενδιαφερόταν πολύ για τα θέματα του χωριού και για τις παλιές του ιστορίες. Ο επίτροπος του έδωσε το κλειδί της εκκλησίας   για να μας την ανοίξει και μας κάλεσε να περάσουμε, όταν τελειώσουμε, πάλι από το καφενείο να μας κεράσουν και να μιλήσουμε για το χωριό. Ο ναός, όχι πολύ παλιός,  βρίσκεται στο ΒΑ άκρο του χωριού χτισμένος πάνω σε  έναν λόφο που είναι απέναντι από αυτόν με την αρχαία ακρόπολη. Σταυροειδής βασιλική με νεοκλασικά στοιχεία, έχει εσωτερικά τους τοίχους καλυμμένους με τις τυποποιημένες, «βυζαντινού» τύπου τοιχογραφίες, φρεσκο-φτιαγμένες, σαν αυτές που έβλεπα σε τόσους πολλούς ναούς. Λόγω της αφιέρωσης σε αυτούς, η εικόνα των αγίων Κ+Ε εκτός από αρκετές μικρές κινητές και την αφιερωματική πάνω στο τέμπλο, βρίσκεται και σε δύο εικόνες  πάνω σε προσκυνηματικό στασίδι, πάνω στο βελούδινο λάβαρο του ναού και σε μια μεγάλη τοιχογραφία πάνω στη νότια κεραία του εγκάρσιου σκέλους του οικοδομικού σταυρού του ναού. Η τελευταία περιβάλλεται από τρία ζεύγη ως «δίδυμων» αγίων και από την «τριάδα» των αγίων Ραφαήλ+Νικόλαος+Ειρήνη.  Για μένα η παρουσία της Ελένης/Αγιαλένης δεν θα μπορούσε να λείπει, έστω μεταμφιεσμένη χριστιανικά και με λανθάνοντα τρόπο, από την αρχαία Πελλάνα, τεκμηριώνοντας 
για μια ακόμα φορά την ερευνητική μου υπόθεση και δικαιώνοντας τον περιηγητικό κόπο μου. Αναρωτιόμουν και πάλι αν η αφιέρωση του σύγχρονου, χριστιανικού ενοριακού ναού της Πελλάνας στους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη απασχόλησε τον  ανασκαφέα της Πελλάνας, αρχαιολόγο Σπυρόπουλο,  που τοποθετεί εδώ τα ανάκτορα "της Ελένης" .
Όταν βγήκαμε από την εκκλησία το φεγγάρι, σχεδόν ολόγιομο,  σεριανούσε ήδη στον ουρανό, φωτίζοντας τον τόπο. Επιστρέψαμε στο καφενείο και καθίσαμε παρέα με τον επίτροπο και με αρκετούς άνδρες του χωριού που ήταν εκεί. Πιάσαμε κουβέντα, την οποία μαγνητοφωνούσε η Αγγελική, με την άδειά τους.
Μεταξύ πολλών μάθαμε ότι οι σημερινοί κάτοικοι της Πελλάνας κατάγονται από το Γεωργίτσι, το μόνο χωριό πάνω στην πλαγιά του Ταῢγετου που δεν είχαμε επισκεφθεί το πρωί!... Στενοχωρήθηκα λοιπόν πολύ γι’ αυτή την παράλειψη γιατί δεν είχα δει τις δύο εκκλησίες του χωριού, αν και δεν είχα καμιά πληροφορία από τα ερωτηματολόγια ότι έχουν κάτι σχετικό με την έρευνά μου. Μάθαμε επίσης  ότι οι Γεωργιτσάνοι είχαν από παλιά χτήματα κάτω στην Πελλάνα, κυρίως σιτάρια αλλά και ελιές και περιβόλια, καθώς και μερικά καλύβια για τα ζώα και κατάλυμα για τους ίδιους κατά τις εποχικές γεωργικές εργασίες. Καθώς το όνομά του, "Γεωργίτσι", παραπέμπει σε γεωργία και δημητριακά, έπρεπε να με είχε υποψιάσει σχετικά με την έρευνα αλλά δεν μπορούσα να είχα φανταστεί και τη σχέση του με την Πελλάνα, βέβαια. Συντωχρόνω αυτά τα «Γεωργιτσιάνικα καλύβια» έγιναν μόνιμες κατοικίες, όπως γίνεται συχνά,  χτίστηκαν και σπίτια  και έτσι δημιουργήθηκε το σημερινό χωριό που πήρε το όνομα από την αρχαία Πελλάνα. Σιγά-σιγά αποδυναμώθηκε το Γεωργίτσι που βρίσκεται ακριβώς από πάνω, στην πλαγιά και σε οπτική επαφή με την Πελλάνα. Στο Γεωργίτσι οι  σημερινοί κάτοικοι της Πελλάνας ανεβαίνουν κυρίως τα καλοκαίρια, για παραθερισμό, στα σπίτια τους και στις περιουσίες που διατηρούν ακόμα και εκεί. Με πληροφόρησαν ότι στη θέση του σημερινού ναού των αγίων Κωνσταντίνου [και Ελένης]  υπήρχε πολύ παλιό εκκλησάκι του «αγίου Κωσταντίνου» [και Ελένης] το οποίο γκρέμισαν όταν μεγάλωσε το χωριό και οι Γεωργιτσιάνοι εγκαταστάθηκαν εδώ μόνιμα, για να το φτιάξουν  ως μεγαλύτερο, ενοριακό πλέον,  ναό.  Δεν ήξεραν φυσικά να με πληροφορήσουν γιατί εξαρχής είχε αφιερωθεί ο ναός στους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη. Εγώ ωστόσο είχα ευχαριστηθεί με την πληροφορία για την παλαιότητα της παρουσίας των δύο αγίων εδώ, παλαιότητα  που σε συνδυασμό με τα σιτάρια και την αρχαία Πελλάνα, μου εξηγούσε το γιατί είχε γίνει «από παλιά» αυτή η αφιέρωση, δίνοντας ταυτόχρονα ισχυρό τεκμήριο στην ερευνητική μου υπόθεση, ότι δηλαδή το ζεύγος Κωνσταντίνος και Ελένη και ιδιαίτερα η «Αγιαλένη» σχετίζεται λατρευτικά και έμμεσα με την Ελένη του αρχαίου μύθου. Μου δάνεισαν  το βιβλίο ενός ντόπιου που έχει γράψει για την αρχαία Πελλάνα και μου έδωσαν το τηλέφωνό του για να επικοινωνήσω μαζί του, γιατί έτυχε να λείπει από το χωριό σε διακοπές.
΄Ηταν περασμένες δέκα μ.μ. η ώρα όταν σηκωθήκαμε να φύγουμε για τη Σπάρτη και τους αποχαιρετίσαμε, ευχαριστώντας τους θερμά για τις κουβέντες μας και τις πολύτιμες πληροφορίες που μας είχαν δώσει. Μπερδεύτηκα λίγο και πάλι στους δρόμους καθώς τώρα ακολουθούσαμε την «καμπίσια» διαδρομή προς το νότο,  παράλληλα με τη δυτική όχθη του Ευρώτα.  Με τα πολλά, φτάσαμε στη Σπάρτη και μετά από μια μακριά και τόσο κουραστική ημέρα, μας φάνηκε σαν βάλσαμο όταν ξαπλώσαμε στα καθαρά κρεβάτια μας, στο ξενοδοχείο. Κατάκοπη, με πήρε ο ύπνος με το βιβλίο για την Πελλάνα στα χέρια…


Σάββατο, 17 Αυγούστου 2002

Ξύπνησα στις 7.00 με άγχος να καταρτίσω το δρομολόγιο της ημέρας. Προβλεπόταν μακρύ γιατί, έχοντας εξαντλήσει τη βόρεια  περιοχή του νομού Λακωνίας, αποφάσισα να κατευθυνθούμε προς την περιοχή στα ΝΑ του Πάρνωνα με κατάληξη τη Μονεμβασιά. Ούτε εγώ, ούτε η Αγγελική είχαμε επισκεφθεί ξανά τη Μονεμβασιά και μια που εκείνη επρόκειτο να αναχωρήσει την επομένη για Αθήνα, σκέφτηκα να της κάνω αυτή την επίσκεψη σαν ευχαριστήριο δώρο πριν φύγει, αφού έτσι κι αλλιώς ήταν στο πρόγραμμα να επισκεφθώ την περιοχή μια από τις ημέρες της επιτόπιας έρευνας.
Στην πορεία μας προς τα εκεί είχαμε να κάνουμε πολλές ενδιάμεσες στάσεις σε χωριά και σε ξωκλήσια, σύμφωνα με τις πληροφορίες στα ερωτηματολόγια. Προέβλεπα λοιπόν να φτάναμε αργά στη Μονεμβασιά, οπότε αναγκαστικά θα διανυκτερεύαμε κιόλας εκεί. Ως κομβικό σημείο στα ανατολικά του νομού, η Μονεμβασιά  μας βόλευε να κατευθυνθούμε την επόμενη ημέρα νότια  -κατά τις πληροφορίες πάντα-   και θα μπορούσαμε να  περιηγηθούμε το ανατολικό πόδι της Πελοποννήσου, όμως με τελικό προορισμό την Σπάρτη και πάλι, ώστε  να προλάβει η Αγγελική από εκεί το τελευταίο λεωφορείο για την Αθήνα. Έπρεπε λοιπόν πέρα από τις καθημερινές προετοιμασίες να φροντίσουμε τα απαραίτητα για δύο ημερών πορεία και διανυκτέρευση. Ετοιμάστηκα και ξύπνησα την Αγγελική, δίνοντάς της ραντεβού στο εστιατόριο  του ξενοδοχείου για το πρωινό, ενώ εγώ, μέχρι να ετοιμαστεί εκείνη, θα πήγαινα στην τράπεζα να σηκώσω χρήματα.
Ξεκινήσαμε κατά τις εννιά. Ήταν μια μέρα λαμπρή και ζεστή ήδη. Κατεβήκαμε χωρίς ενδιάμεση στάση το δρόμο προς το Γύθειο και λίγο πριν στρίψαμε αριστερά, προς Κροκεές-Μονεμβασιά.

Βλαχιώτης
Η πρώτη στάση ήταν στο χωριό Βλαχιώτης. Ο ενοριακός ναός του αγίου Νεκταρίου ήταν ευτυχώς ανοιχτός, γιατί τον καθάριζαν εκείνη την ώρα κάποιες γυναίκες. Μεγάλη και καινούρια σχετικά εκκλησία, είναι ολο-ζωγράφιστη με τις τυποποιημένες, νεότερες «βυζαντινές» τοιχογραφίες που έβλεπα σε πολλούς ναούς. Το βόρειο κλίτος του ναού αυτού είναι  παρεκκλήσι αφιερωμένο στον άγιο Χαράλαμπο.


Λακωνία, Βλαχιώτης 17.8.2002. Ενοριακός ναός αγίου Νεκταρίου. Το πάνω μέρος του τ΄ςμπλου με την εικόνα των αγίων Κ+Ε και "ζεύγη" αγίων

 Το πάνω μέρος του μαρμάρινου τέμπλου αυτού του παρεκκλησιού, εκεί όπου μπαίνουν  τυπικά οι μικρές εικόνες του δωδεκάορτου, έβλεπα να είναι πλήρες με εικόνες ως «δίδυμων» αγίων (τρία ζεύγη) και ανάμεσά τους την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, συνδυασμό που εξέλαβα ένα ακόμα «σημάδι» για την ερευνητική μου υπόθεση.

Άγιος Δημήτριος Ζάρακα









Άγιος Δημήτριος Ζάρακος, 17.8.2002.  Από πάνω προς τα κάτω: το ξωκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης

Στον Άγιο Δημήτριο Ζάρακος το ξωκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης είναι χτισμένο πάνω σ’ ένα λόφο μέσα σε ένα παριφραγμένο, πευκόφυτο αλσύλλιο, ωσάν τέμενος, όπως πολλά ξωκλήσια. Ήταν ευτυχώς ανοιχτό και το φωτογράφισα. Σύμφωνα με εντοιχισμένη επιγραφή, είναι χτισμένο (ή ανακαινισμένο) το 1961, με δωρεά του ζεύγους Παναγιώτη και Ελένης Μπατατζή. Το όνομα της αφιερώτριας δικαιολογεί εδώ και  την αφιέρωση στους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, σκέφτηκα, εκτός κι αν πρόκειται για ανακαίνιση παλιού ναού. Πάλλευκο εσωτερικά είχε εικόνες μόνο στο τέμπλο  και σε ένα προσκυνητάρι-στασίδι δύο εικόνες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και μία ακόμα μεγάλη με τους ίδιους αγίους στο νότιο τοίχο του ιερού. Στην αφιερωματική του τέμπλου, η αγία Ελένη σε μια από τις σπάνιες απεικονίσεις της ως γερόντισσας με λευκά μαλλιά, εμφανώς μεγαλύτερη από τον γιο της.

Νιάτα
Είχαμε ήδη ξεστρατίσει από τον εθνικό δρόμο Κροκεών-Μονεμβασιάς και προχωρούσαμε βόρειο-ανατολικά, σε χωριά στις ΝΔ υπώρειες του Πάρνωνα. Το τοπίο πετρώδες και ξερό, δεν θύμιζε καθόλου τη διαδρομή της προηγούμενης ημέρας. Προορισμός αιχμής σε αυτή την παρεκκλίνουσα διαδρομή ήταν το χωριό Νιάτα γιατί είχα πληροφόρηση από τον ιερέα για εκκλησάκι «Αγιαλένης» στο χωριό αλλά μετά τη λάθος σχετική πληροφορία για το χωριό Χρύσαφα ήμουν επιφυλακτική, ωστόσο έπρεπε να βεβαιωθώ, γιατί η αφιέρωση του ενοριακού ναού στους ως «δίδυμους» αγίους Ταξιάρχες καθιστούσε, με βάση τα ευρήματά μου, την ύπαρξή της «Αγιαλένης» πιθανή.

Απιδιά (Πάντοβα)
Πριν φτάσουμε στα Νιάτα, είδαμε να απλώνεται μια μεγάλη επίπεδη έκταση, μια «λάκα», ανάμεσα σε λοφοσειρές και λίγο πιο ψηλά το χωριό Απιδιά, χτισμένο στην πλαγιά ενός λόφου.  Η «λάκα» από τις ξερές, θερισμένες καλαμιές που της έδιναν χρυσό χρώμα, φαινόταν να αποτελεί το σιτοβολώνα  της περιοχής -ίσως και της όχι μακρινής Μονεμβασιάς, συλλογίστηκα. 



Λακωνία, Απιδιά 17.8.2002. Το ξωκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης




Λακωνία, Απιδιά 17.8.2002. Το ξωκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, εσωτερικό 

Αυτή η εντύπωση επιβεβαιωνόταν από την παρουσία εκεί θεριζο-αλωνιστικών μηχανών  που είχαν παραμείνει από το θέρο. Καταμεσίς σε αυτό τον χρυσό κάμπο, δίπλα στον ασφαλτοστρωμένο δρόμο που οδηγεί στην Απιδιά,  τράβηξε την προσοχή μου ένα εκκλησάκι μέσα σε ένα περιφραγμένο αλσύλλιο από ευκάλυπτα, λεύκες και ακακίες. «Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να ρωτήσουμε σε ποιον άγιο είναι αφιερωμένο το ξωκλήσι, ε;» είπα γελώντας στην Αγγελική, η οποία συγκατένευσε γελώντας, επίσης. Ωστόσο πήγαμε σε ένα κοντινό βενζινάδικο να ρωτήσουμε αν τυχόν είχαν το κλειδί. Εκεί επιβεβαιώθηκε ότι το ξωκλήσι είναι όντως αφιερωμένο στους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη όσο και στον άγιο Βασίλειο και ότι το όνομα του χωριού Απιδιά  ήταν πριν Πάντοβα. Όμως δεν είχαν το κλειδί και το χωριό δεν είχε ιερέα ώστε να απευθυνθούμε σε αυτόν να μας διευκολύνει. Πλησιάσαμε στο ξωκλήσι και μπήκαμε στον περιφραγμένο περίβολό του, που ήταν ανοιχτός. Έξω από το φράχτη του αλσύλλιου το εκκλησάκι περικυκλωνόταν από το χρυσάφι της θερισμένης καλαμιάς. Ευτυχώς οι πόρτες του ναΐσκου είχαν διαφανή τζάμια και μπορέσαμε να το δούμε εσωτερικά και να το φωτογραφίσω αν και  αυτό που είχε σημασία για μένα ως προς την αφιέρωσή του στους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, είναι οι χρυσοί σιταγροί που το περιβάλλουν. Τη σχέση του ξωκλησιού με την «πότνια σίτου», την Μητέρα, τόνιζε κατ’ εμέ και μια εικόνα με παράσταση της αγίας Σοφίας με τις τρεις θυγατέρες της, που είδα τοποθετημένη δίπλα σε αυτή με τους αγίους Κωνσταντίνο και Ελένη, πάνω στο νότιο τοίχο. Τέτοιο συνδυασμό εικόνων είχα δει αρκετές φορές σε ναούς στη Μεσσηνία τον προηγούμενο χρόνο, στη Λακωνία όμως τον συναντούσα πρώτη φορά.

Νιάτα 
Παρακάμψαμε το χωριό Απιδιά που δεν εντασσόταν στο δρομολόγιό μας και προχωρήσαμε προς το χωριό Νιάτα.
Μεγάλο χωριό, ομορφοχτισμένο πάνω σε ψήλωμα, καθαρό, με τον ενοριακό  ναό των  Ταξιαρχών να δεσπόζει στο πάνω μέρος της πλατείας. Μια νεαρή μανάβισσα που είχε το μαγαζί της στο κατώι του παμπάλαιου σπιτιού της, καθόταν στο κατώφλι του καθαρίζοντας αμύγδαλα νέας σοδειάς από το εξωτερικό φλούδι τους. 
Σταματήσαμε και την ρωτήσαμε αν ήξερε να υπάρχει εκκλησάκι «Αγιαλένης» στο χωριό. Όπως το είχα υποψιαστεί, είπε ότι όχι «Αγιαλένη» αλλά ούτε καν εκκλησάκι «αγίου Κωνσταντίνου» δεν υπάρχει στο χωριό. Ήταν απολύτως σίγουρη και στην επιμονή μου, ότι ίσως υπήρχε και δεν το ήξερε, αφού ο ιερέας μου είχε απαντήσει στο ερωτηματολόγιο θετικά, διασταύρωσε την άρνησή της επιτόπου, ρωτώντας και κάποιες άλλες γυναίκες που μπήκαν στο μαγαζί για να ψωνίσουν, οι οποίες επιβεβαίωσαν τα λεγόμενά της.
Αγοράσαμε και 'μείς σταφύλια και ροδάκινα και κατευθυνθήκαμε προς το σπίτι του παπά σύμφωνα με τις οδηγίες  της  μανάβισσας για να μας ξεναγήσει τουλάχιστον στην εκκλησία των Ταξιαρχών, αφού ήταν κλειδωμένη.  Ο παπάς έλειπε για δουλειές του στη Σπάρτη και η παπαδιά μας παρέπεμψε στη νεωκόρα, η οποία μας συνόδευσε πρόθυμα στην εκκλησία και μας την άνοιξε.




 Νιάτα Λακωνίας, 17.8.2002. Ενοριακός ναός Ταξιαρχών, ΒΑ γωνία. Η αφιερωματική εικόνα των ως "δίδυμων" αγίων πάνω στο τέμπλο και αριστερά τους η εικόνα των αγίων Κ+Ε.


Νιάτα  Λακωνίας,  17.8.2002. Ενοριακός ναός αγίων ταξιαρχών. «Επιτάφιος» Παναγίας και λεπτομέρεια της Παναγίας ως κοιμωμένης μέσα σε λευκές ντάλιες.

Η εκκλησία είναι επιβλητική, πετροπελεκημένη (ανακαινισμένη με δωρεές των ομογενών στην Αμερική σύμφωνα με σχετική εντοιχισμένη επιγραφή),  μ’ ένα παλιό καμπαναριό, χτισμένο με όμορφες σκαλιστές πέτρες. Το εσωτερικό του ναού, νεοκλασικίζον, πολύχρωμο με αρκετό χρυσαφί, είχε στο κέντρο του μια μεγάλη προσκυνηματική εικόνα της Κοίμησης. Ένα είδος ξύλινου «επιτάφιου» της Παναγίας μόνης σε ύπτια στάση, ωσάν να κοιμάται μέσα σε λευκά λουλούδια.
Ήταν προφανές ότι ο «επιτάφιος» αυτός  είχε μείνει εδώ στολισμένος από τη γιορτή της Κοίμησης, που ήταν πριν μόλις δύο ημέρες, και ίσως να μην την είχαν απομακρύνει, αναμένοντας και την επιμνημόσυνη γιορτή των «Εννιάμερων» της Παναγίας, στις 23/8.
Εκτιμούσα το ναό αυτό ως «διοσκουρικό»,  δεδομένου του ότι είναι αφιερωμένος στους ως «δίδυμους» φτερωτούς όσο και πολεμικούς, άγιους Ταξιάρχες και ήμουν περίεργη να δω αν θα επιβεβαιωνόταν αυτή μου η εκτίμηση, με τη συνδυαστική με τη δική τους εικόνα παρουσία και της εικόνας των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Και όντως, στ΄ αριστερά της αφιερωματικής εικόνας των αγίων Ταξιαρχών, είδα να στέκεται μια ισομεγέθης εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης!  Το «διοσκουρικό» συμβολισμό του συνδυασμού των δύο αυτών εικόνων και μάλιστα στη Λακωνία, επέτεινε για μένα το γεγονός ότι καθώς δεν υπήρχε χώρος για άλλη εικόνα πάνω στο τέμπλο, η εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης έχει ιστορηθεί μεταγενέστερα, με εμφανώς άλλη τεχνοτροπία από αυτή των Ταξιαρχών, πάνω στον ακρινό πεσσό στη ΒΑ γωνία, ο οποίος  χωρίζει το τέμπλο από το βόρειο τοίχο του ναού, ωσάν να ήταν παράλειψη το να  μην είναι οι δύο αυτές εικόνες «δίπλα-δίπλα». Αυτές οι εκτιμήσεις μου περί του «διοσκουρικού» συμβολισμού του ναού επιβεβαιώθηκαν από το γεγονός ότι πάνω στον αντίστοιχο πεσσό που χωρίζει το τέμπλο από το νότιο τοίχο του ναού, στη  ΝΑ γωνία του, είναι ιστορημένο ένα ακόμα ζεύγος «ως δίδυμων» αγίων, αυτό των αγίων Αναργύρων. Η νεωκόρα δεν ήξερε βέβαια να μας πει κάτι για το θέμα αλλά με πληροφόρησε ότι και στο χωριό της (προφανώς είχε έλθει ως νύφη στα Νιάτα), την Κρεμαστή, που είναι λίγο πιο βόρεια από τα Νιάτα, έχουν ξωκλήσι «του αγίου Κωνσταντίνου», προσθέτοντας ένα ακόμα στον κατάλογό μου.
Εντωμεταξύ, κατέφθασε και ένας από τους Επιτρόπους του ναού, ονόματι Δούκας. Ούτε αυτός γνώριζε κάτι για την ύπαρξη «Αγιαλένης» στο χωριό, γνώριζε όμως ότι υπάρχει ξωκλήσι «του αγίου Κωνσταντίνου» στο γειτονικό χωριό Κουπιά, με το οποίο μοιραζόντουσαν από κοινού τον ιερέα. Υπέθεσα τότε ότι μάλλον αυτό το ξωκλήσι θα εννοούσε ο ιερέας στην απάντησή του στο ερωτηματολόγιο, που ίσως να το γνώριζε ως «Αγιαλένη». Ο Επίτροπος μας κάλεσε και στο  μεγαλοπρεπές, νεόκτιστο σπίτι του που βρίσκεται δίπλα στο ναό των Ταξιαρχών, όπου η φιλόξενη γυναίκα του μας κέρασε φρεσκο-μελωμένες δίπλες και επέμενε να μας κρατήσει και για φαγητό αλλά αρνηθήκαμε, εξηγώντας πως είχαμε πολύ δρόμο να διανύσουμε ακόμα και να δούμε πολλές εκκλησίες.
Αφού ξαναπεράσαμε από το σπίτι του παπά να δούμε μήπως είχε επιστρέψει και να τον ρωτήσω τα σχετικά με τον «Αγιοκωνσταντίνο» στο χωριό Κουπιά, φύγαμε για εκεί, αφού η παπαδιά μας πληροφόρησε ότι θα αργούσε πολύ ακόμα.

Κουπιά
Ανηφορίσαμε μια πετρώδη, γυμνή πλαγιά του Πάρνωνα προς τα νοτιοδυτικά του χωριού Νιάτα και  μετά από λίγο φτάσαμε στα Κουπιά. Στην είσοδο του μικρού χωριού, πάνω σε ένα πλάτωμα σαν μικρή πλατεία, μας υποδέχτηκε μια συστάδα από 6-7 πηγάδια με πέτρινα, κυκλικά φιλιατρά και ξύλινα καπάκια πάνω στο στόμιό τους, που μου θύμισαν τα όμοιά τους  στο χωριό Κατσαρού της Μεσσηνίας, που είχα δει τον προηγούμενο χρόνο.

 Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002. Πηγάδια στην είσοδο του χωριού.

Ο ενοριακός ναός του χωριού είναι αφιερωμένος στον άγιο Γεώργιο. Ήταν ανοιχτός και μπήκαμε μέσα. Μικρή εκκλησία, φτωχική αλλά περιποιημένη με ξύλινο, λουστραρισμένο τέμπλο.



   Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002. Ναός αγίου Γεωργίου με τις εικόνες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.

Ο καβαλάρης, στρατιωτικός  άγιος Γεώργιος 'πως είχα δει επανειλημμένα,  ιστορείται συχνά ως «δίδυμος» με τον καβαλάρη και στρατιωτικό επίσης  άγιο Δημήτριο ομού, σε κοινές εικόνες τους, αλλά κυρίως σε τοποθετούμενες δίπλα-δίπλα ή σχετικά κοντά η μία στην άλλη εικόνες, στους ναούς, σε συνδυασμό με την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης. Η «δυαδικότητα» λοιπόν του καβαλάρη αγίου Γεωργίου δεν έλειπε ούτε από αυτό το ναό, καθώς την έβλεπα να αποτυπώνεται στο συνδυασμό μιας ακόμα εικόνας του αγίου κάτω από την αφιερωματική του τέμπλου, σε ίδιο μέγεθος με αυτήν, όσο και με την κοντινή σε αυτές παρουσία όχι μόνο μίας αλλά τριών (!) εικόνων των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, μια μικρού μεγέθους αλλά «ασημοντυμένη», κρεμασμένη πάνω στο βόρειο τοίχο και  δύο μεγάλες, προσκυνηματικές,  δίπλα-δίπλα, πάνω σε ξύλινα στασίδια εμπρός από το βόρειο τοίχο, επίσης.
Μια γυναίκα που ρωτήσαμε όταν βγήκαμε από την εκκλησία, μας υπέδειξε το σημείο όπου βρίσκεται το εκκλησάκι του «άγιου Κωσταντίνου», κάπου προς την νότια έξοδο-είσοδο του χωριού. Μας πληροφόρησε επίσης ότι εκεί γίνεται μεγάλο πανηγύρι στη –χριστιανική– γιορτή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στις 21 Μάη (όταν τα στάχυα είναι σχεδόν έτοιμα για θερισμό, δηλαδή),  όπου προσέρχεται πλήθος κόσμου και από τα γύρω χωριά (Νιάτα κ. ά.). Ξεκινήσαμε για εκεί.  Στην  έξοδο αυτή του χωριού έχει ένα ακόμα πηγάδι αλλά και ένα σιδερένιο εικονοστάσι με την εικόνα των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, προφανώς ορόσημο για το ζητούμενο από εμάς ξωκλήσι, οπότε θεωρήσαμε ότι είμαστε στο σωστό δρόμο.



 Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002. Το εικονοστάσι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης.

Ακολουθώντας το δρομάκι, είδαμε μετά από λίγο στο βάθος ένα εκκλησάκι στα δυτικά, χαρούμενες που ήταν τόσο εύκολος ο εντοπισμός του. Όμως ο δρόμος κατέληγε  στο νεκροταφείο του χωριού, στο οποίο ανήκε και το εκκλησάκι, αλλά δεν ήταν τελικά αφιερωμένο στους δύο αγίους. Απογοητευμένες –η ευκολία δεν ήταν καθόλου με το μέρος μας στην αναζήτησή μας, έτσι κι αλλιώς–  επιστρέψαμε στο εικονοστάσι και πήραμε ένα άλλο δρομάκι που ανοιγόταν σε εκείνο το σημείο με κατεύθυνση προς τα ΝΔ.  Το δρομάκι ήταν κακοτράχαλο, κατωφερικό και ελισσόταν όλο στροφές σε ένα τοπίο άγριο, ανάμεσα σε πέτρες και χαμηλή, ακανθώδη βλάστηση ενώ γύρω μας ορθώνονταν οι σχεδόν γυμνοί από βλάστηση ορεινοί όγκοι του Πάρνωνα. Προχωρούσαμε, προχωρούσαμε, αλλά εκκλησάκι δεν φαινόταν πουθενά, το τοπίο αγρίευε ενώ απομακρυνόμασταν πολύ από το χωριό, οπότε, απογοητευμένες, σκεφτήκαμε ότι είχαμε πάρει και πάλι λάθος δρόμο και αποφασίσαμε να επιστρέψουμε και πάλι στο εικονοστάσι, το βέβαιο σημάδι ότι κάπου εκεί γύρω, μακρύτερα ή κοντινότερα, έπρεπε να βρίσκεται το ποθητό μας ξωκλήσι.
Εκεί συναντήσαμε με χαρά ένα αγροτικό αυτοκίνητο φορτωμένο στην καρότσα με ένα μεγάλο βυτίο νερού και του κάναμε νόημα να σταματήσει. Σταμάτησε και ενώ ο οδηγός, που είχε δίπλα του και ένα αγόρι,  κοιτούσε παραξενεμένος δύο άγνωστές του γυναίκες μέσα στην ερημιά, του εξηγήσαμε κάπως ποιες είμαστε και τον ρωτήσαμε αν ήξερε να μας πει πώς θα βρίσκαμε το εκκλησάκι του «αγίου Κωσταντίνου». «Ακολουθήστε με», μας είπε, «προς τα εκεί πηγαίνω και εγώ, να ποτίσω τα ζώα μου». Μπήκαμε στο οτομπιάνκι και τον ακολουθήσαμε, διαπιστώνοντας ωστόσο ότι είχε πάρει το δρόμο από τον οποίο εμείς είχαμε μόλις πισω-γυρίσει, οπότε σκεφτήκαμε ότι αν δεν το είχαμε κάνει θα το είχαμε βρει παραπέρα το εκκλησάκι. Ο κατηφορικός, κακοτράχαλος δρόμος μετά από αρκετό διάστημα από εκεί που τον είχαμε εμείς αφήσει, μπαίνει σε μια πετρώδη λεκάνη ανάμεσα στα βουνά, μια επίπεδη «λάκα».





Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002. Η «λάκα» μέσα στο βουνό «Καλογερικό», κομμάτι του Πάρνωνα. Στο κέντρο, κάτω,  διακρίνεται το ξωκλήσι των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης


Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002. Αλώνι στη «λάκα» μέσα στο βουνό «Καλογερικό», κομμάτι του Πάρνωνα.

Πολλές από τις διάσπαρτες πέτρες της είναι χτισμένες ξερολιθιά σε χαμηλά τοιχία/πεζούλες που χωρίζουν χωράφια και ιδιοκτησίες, όπου φύτρωναν τώρα ξερές καλαμιές δημητριακών, χρυσίζοντας το τοπίο, αλλά και ελιές. «Εδώ είμαστε» είπα χαρούμενη στην Αγγελική βλέποντας τις χρυσές καλαμιές, «ό,που να ΄ναι θα φανεί  και ο Αγιοκωσταντίνος»! Σαν συμπλήρωμα στα λόγια μου, ένα τεράστιο, τσιμεντοστρωμένο αλώνι πρόβαλε πίσω από τα χαμηλά πουρνάρια, δίπλα στο δρόμο. Η καλή του κατάσταση δήλωνε ότι χρησιμοποιείται ακόμα ή ότι τουλάχιστον δεν ήταν πολύ μακριά η εποχή που χρησιμοποιήθηκε για τελευταία φορά. Εκτός από τη λάκα, και στις πλαγιές των γύρω ορεινών όγκων, χαμηλά, έβλεπα πεζούλες ξερολιθιάς,  καθώς ήταν φανερό ότι οι αγρότες της αυχμηρής αυτής περιοχής είχαν προσπαθήσει με πολύ κόπο να αξιοποιήσουν όσο περισσότερο γινόταν το λιγοστό χώμα που μπορούσαν να εξασφαλίσουν, για τον επιούσιο.
 Η «Αγιαλένη» μας δήλωνε άσφαλτα την παρουσία της εδώ –και πράγματι, στο βάθος της λάκας, στους πρόποδες ενός  πετρώδους λόφου, διακρίναμε ένα  λευκό εκκλησάκι. Εκείνη δε τη στιγμή, ο προπορευόμενος οδηγός του αγροτικού βγάζοντας το χέρι του από το παράθυρο, μας το έδειξε και μας φώναξε να ακολουθήσουμε ένα μονοπάτι, ενώ εκείνος απομακρύνθηκε να ποτίσει τα ζώα του.
Διασχίζοντας από τα δυτικά προς τα ανατολικά όλη αυτή τη σιταρο-λάκα, φτάσαμε στο εκκλησάκι, χτισμένο στη βάση του πέτρινου λόφου  μέσα σε ένα αλσύλλιο από ψηλά πουρνάρια, περιφραγμένο με χαμηλό τοιχίο ξερολιθιάς.


 Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002. Στο κέντρο και αριστερά, στους πρόποδες του λόφου, διακρίνεται ο λευκός όγκος του ξωκλησιού του «αγίου Κωσταντίνου»



 Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002.  Αριστερά το ξωκλήσι του «αγίου Κωσταντίνου».



 Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002. Τα σιταροχώραφα γύρω από το ξωκλήσι του «αγίου Κωσταντίνου»

Ανατολικά και δυτικά από το ξωκλήσι απλώνεται ο κακοτράχαλος, χρυσαφένιος σιταρότοπος με το αλώνι που είχαμε δει σε μια ευήνεμη άκρη του, ώστε ο άνεμος να λιχνίζει τον πολύτιμο κριθαρο-σιτο καρπό. «Πόσες χιλιετίες άραγε να γονιμοποιείς μαγικά και συμβολικά  αυτό  τον αυχμηρό τόπο ως πότνια σίτου Αγιαλένη», σκέφτηκα καθώς έσπρωχνα το ξύλινο πορτόνι του περίβολου. Ευτυχώς το εκκλησάκι ήταν ξεκλείδωτο –παραδόξως– και μπήκαμε μέσα. Συλλογιζόμουν ότι μάλλον ο παπάς δεν πρέπει να είχε κάνει λάθος απαντώντας στο ερωτηματολόγιο ότι υπήρχε εκεί «Αγιαλένη», όπως ίσως να είχε ακούσει από κάποιον/κάποια παλαιό που θυμόταν έτσι το τοπωνύμιο, το οποίο έχουν ξεχάσει οι νεότεροι, αφού πιο «Αγιαλένη» από αυτό τον τόπο, δεν γίνεται!  Το πανηγύρι που συγκεντρώνει τόσο κόσμο, όπως είχαμε πληροφορηθεί, επιβεβαιώνει και τη σπουδαιότητα που αποδίδεται στους δύο αυτοκρατορικούς, ιστορικούς και χριστιανικούς αγίους, οι οποίοι,  εκ πρώτης όψεως, δεν σχετίζονται με τα δημητριακά.




   Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002. Το εσωτερικό του ξωκλησιού του «αγίου Κωσταντίνου»

Μπαίνοντας, είδαμε μια πλούσια, αποξηραμένη πλέον, γιρλάντα από λουλούδια γύρω από την προσκυνηματική εικόνα των δύο αγίων που στεκόταν εκεί ως απομεινάρι αυτού του λαμπρού θρησκευτικού πανηγυριού και ως σημάδι της λαϊκής λατρείας  προς αυτούς. Το εσωτερικό απέριττο, περιποιημένο, καθαρό, φανερώνει ότι παρόλη την απόστασή του από το χωριό και παρόλο που είναι ανοιχτό, δεν βεβηλώνεται αλλά ότι κάποιοι (κυρίως κάποιες) το φροντίζουν ολοχρονίς. Ένα καινούργιο δάπεδο από πολύχρωμα μάρμαρα γυαλοκοπούσε, κάπως παράταιρο με τους φρεσκο-ασβεστωμένους τοίχους, φαντάστηκα φτιαγμένο πρόσφατα και τοποθετημένο έγκαιρα για το πρόσφατο πανηγύρι.

 Κουπιά Λακωνίας, 17.8.2002. Εικόνες των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στην κόγχη του ιερού του ξωκλησιού του «αγίου Κωσταντίνου»

Εκτός από την αφιερωματική των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης πάνω στο τέμπλο  και  αυτήν πάνω στο στασίδι προσκύνησης, αρκετές  κινητές εικόνες τους είναι   κρεμασμένες στους τοίχους.  Σε ένα εντοιχισμένο ερμάρι στην κόγχη του ιερού –που φαίνεται να επιτελεί χρέη και  αγίας τράπεζας ελλείψει τέτοιας μέσα στο ιερό– πάνω στο πορφυρό βελούδινο στρωσίδι του είναι τοποθετημένες αποκλειστικά τρεις εικόνες των δύο αγίων. 
Σκεφτόμουν ότι όλα αυτά τα στοιχεία ευλάβειας για το ερημοκλήσι (η θέση του στον σιταρότοπο, ή τοποθέτησή του μέσα σε περίκλειστο αλσύλλιο, η φροντίδα του, το λαμπρό πανηγύρι, η πληθώρα εικόνων  των δύο αγίων) δηλώνουν την έντονη λατρεία  των πιστών για το ιερό αυτό ζεύγος αγίων και ότι –είτε  δεχτούμε, είτε όχι, το παλαιό αγιωνύμιό του ως «Αγιαλένη»– δεσπόζει εδώ η συμβολική  μορφή της Ελένης/Αγιαλένης  σε έναν τόπο όπως η Λακωνία, όχι πολύ μακριά από τις Αμύκλες, όπου είναι βεβαιωμένη η λατρεία της Ελένης ως θεάς. Αναρωτιόμουν αν μπορεί να είχε κάποια σχέση με κάποια, σχετική ή μη, μονή η ονομασία αυτού του κομματιού του Πάρνωνα ως «Καλογεροβούνι» που έβλεπα πάνω στο χάρτη, αλλά δεν ήμουν σε θέση να δώσω απάντηση, βέβαια.
Βγαίνοντας από το εκκλησάκι είδαμε και στάνες αιγοπροβάτων κοντά στον περίβολο, ενώ πολλά από αυτά έβοσκαν τις καλαμιές μέσα στη λάκα ή στη χαμηλή, ακανθώδη βλάστηση,  σκαρφαλωμένα και στα γύρω κατσάβραχα.



           Επαρχιακή οδός έξω από το χωριό Νιάτα Λακωνίας με εικονοστάσι της «Παναγίας της ΄Ελωνας».

Πήραμε το δρόμο του γυρισμού προς τον εθνικό δρόμο που θα μας οδηγούσε στη Μονεμβασιά και περάσαμε πάλι από τα χωριά Κουπιά και Νιάτα.  Στην έξοδο από τα Νιάτα είδαμε ένα εικονοστάσι που μας είχε διαφύγει όταν μπαίναμε στο χωριό. Η επιγραφή «Παναγία η Έλωνα» πάνω στην τρουλοειδή κορυφή του, έφερε και πάλι στο προσκήνιο για μένα την τόσο λατρεμένη σε όλη τη Λακωνία μορφή της Μεγάλης Μητέρας/Ελένης, συμβολοποιημένη στη μορφή της κοιμωμένης Παναγίας…»

(συνεχίζεται, βλ. τη συνέχεια στο http://fiestaperpetua.blogspot.gr/2017/11/12-30-2002-travelling-on-marks-of.html)






Η Ελένη Ψυχογιού γεννήθηκε το 1946 και μεγάλωσε στα Λεχαινά Ηλείας. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών,στη Φιλοσοφική Σχολή (1964-1968), από όπου πήρε πτυχίο ιστορίας και αρχαιολογίας (1969). Από το 1972 έως το 2006 εργάστηκε ως ερευνήτρια στο Κέντρο Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών.

Σχόλια